• Κυρ, 26/10/2014 - 12:58
Κείμενο του ΣΕΚ για τη συζήτηση μπροστά στη 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

1. Μπαίνουμε σε νέα περίοδο, αντιμέτωποι με τις πιο μεγάλες προκλήσεις.

 

α. Βαδίζοντας προς την τρίτη ετήσια συνδιάσκεψή της - που προτείνουμε να διεξαχθεί μέχρι το τέλος Δεκέμβρη - η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να αντιμετωπίσει μια τριπλή πρόκληση. Διεθνώς, η παρατεινόμενη κρίση του καπιταλισμού έχει προσθέσει δίπλα στα οικονομικά προβλήματα και την πολιτική πόλωση μια νέα διάσταση: την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Στην Ελλάδα, η προοπτική εκλογών την Άνοιξη με τον ΣΥΡΙΖΑ να έρχεται πρώτο κόμμα βάζει στην ημερήσια διάταξη τα ζητήματα αριστερής εργατικής αντιπολίτευσης μέσα σε ασταθείς οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες. Και τέλος η εμπειρία από τη μέχρι τώρα πορεία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απαιτεί αξιοποίηση ώστε να γίνουν διορθωτικές κινήσεις και να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που έρχονται.

Το κείμενο αυτό δεν φιλοδοξεί να παρουσιάσει μια έτοιμη εισήγηση, αλλά να βοηθήσει στη συζήτηση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων.

 

β. Από το καλοκαίρι του 2007, όταν ξέσπασε η κρίση στο αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα, έχουν περάσει εφτά χρόνια αλλά η όποια ανάκαμψη διεθνώς παραμένει ασθενική και αβέβαιη. Το ομολογούν οι ίδιοι οι διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα.

Η εικόνα είναι ακόμα χειρότερη για την Ευρώπη με ανάπτυξη κοντά στο 0%, απειλή ύφεσης ακόμα και της γερμανικής οικονομίας και παρατεινόμενα προβλήματα στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ενισχύσει ξανά τη ρευστότητα  χαιρετίστηκε ως στροφή από τη σκληρή λιτότητα της Μέρκελ ενώ στην πραγματικότητα είναι κίνηση πανικού με αμφίβολα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα και πραγματικούς «τοξικούς» κινδύνους μεσοπρόθεσμα.

Για τον ελληνικό καπιταλισμό αυτά σημαίνουν ότι οι πιθανότητες για οικονομική ανάκαμψη το 2015 και επιστροφή στις χρηματαγορές για δανεισμό μειώνονται. Το πρόβλημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους δεν ξεπερνιέται και οι χειρισμοί του από την ΕΕ και το ΔΝΤ γίνονται δυσκολότεροι παρά ευκολότεροι.

Αυτές οι βασικές διαπιστώσεις έχουν πολιτικές επιπτώσεις. Ήδη από τις ευρωεκλογές του καλοκαιριού που μας πέρασε φάνηκαν εικόνες πολιτικής κρίσης και αστάθειας σε όλη την Ευρώπη. Από τη Γαλλία όπου η κυβέρνηση Ολάντ παραπαίει μέχρι την Βρετανία που η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη κινδύνευσε να χάσει το δημοψήφισμα για ανεξαρτησία της Σκοτίας. Ήδη στην Ισπανία ωριμάζει αντίστοιχη κρίση για το θέμα της Καταλονίας. Ακόμη και στη Γερμανία το πολιτικό σύστημα δυσκολεύεται να απορροφήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια, αν και χάρη στο ρεφορμισμό της Αριστεράς, η οργή τροφοδοτεί άνοδο της ακροδεξιάς.

Η κρίση και η αστάθεια δεν οδηγούν αυτόματα σε στροφή αριστερά. Ακροδεξιές - ρατσιστικές και φασιστικές οργανώσεις μπορούν να δυναμώσουν σε τέτοιες συνθήκες όπως καταγράφηκε και στις πρόσφατες ευρωεκλογές με την άνοδο του Ukip στη Βρετανία, την πρωτιά της Λεπέν στη Γαλλία, την ενίσχυση του Βίλντερς στην Ολλανδία. Η πάλη ενάντια στο ρατσισμό και τη φασιστική απειλή είναι βασικό μέτωπο στην Ελλάδα και όλη την Ευρώπη.

Στην Ελλάδα, η συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου παραπαίει. Το χαρτί του success story καίγεται καθώς εδραιώνεται η εικόνα της παρατεινόμενης ευρωπαϊκής κρίσης. Στην τελική ευθεία προς τις κάλπες, κλιμακώνει τις επιθέσεις στο εργατικό κίνημα και την αριστερά με τα «προαπαιτούμενα» της διαιώνισης των μνημονίων, ρατσισμό και συνεργασία με τους φασίστες, ενεργή συμμετοχή σε όλες τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.

 

γ. Κλιμακώνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι επεμβάσεις.

Στη Μέση Ανατολή, ο Ομπάμα ξεκινάει «νέα» επέμβαση, μετά την αποτυχία του πολέμου του Μπους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Βομβαρδίζει τους πληθυσμούς της Συρίας και του Ιράκ στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας του Ισλαμικού Κράτους, στήνοντας νέα συμμαχία «προθύμων» με τους σεΐχηδες της Σαουδικής Αραβίας, τους δικτάτορες του Καϊρου και της Δαμασκού, τις χώρες της Δύσης. Ανάμεσα τους και την Ελλάδα, που δίνει τις βάσεις στην Κρήτη για τα αμερικάνικα βομβαρδιστικά και ενισχύει τον αντιδραστικό άξονα Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ σε συνεργασία με το καθεστώς Σίσι της Αιγύπτου και σε αυξανόμενο ανταγωνισμό με την Τουρκία που μπαίνει σε κρίση. Τι πρέπει να έχουμε κατά νου για την εξέλιξη αυτή;

Πρώτο, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός δεν είναι πανίσχυρος. Οι προηγούμενες επεμβάσεις στην περιοχή δεν του εξασφάλισαν τον έλεγχο που επιθυμούσε. Παράλληλα, ο Ομπάμα επιχειρούσε στροφή προς την Νοτιοανατολική Ασία, όπου οι ΗΠΑ στέλνουν δυνάμεις για να συγκρατήσουν την οικονομική και γεωπολιτική άνοδο της Κίνας, προσπαθώντας να ελέγξουν τις θαλάσσιες διαδρομές του Ειρηνικού.

Στο κενό των αμερικάνικων αποτυχιών και της στροφής προς τον Ειρηνικό, οξύνθηκαν οι ανταγωνισμοί των τοπικών δυνάμεων (Ιράν, Σαουδική Αραβία κλπ) με τρόπο αποσταθεροποιητικό. Αυτό τροφοδότησε τον κατακερματισμό που ήδη είχαν προωθήσει οι ΗΠΑ σε Σουνίτες και Σιίτες.

Το χτύπημα της Αραβικής Άνοιξης, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο και στη Συρία, άνοιξε το δρόμο για την επικράτηση αντιδραστικών δυνάμεων και η ανάδυση του Ισλαμικού Κράτους είναι καρπός όλων αυτών των παραγόντων. Δεν βοηθάνε το κίνημα αναλύσεις πρακτορολογικές, γιατί χάνουν τη διάσταση της κρίσης και της αποσταθεροποίησης στην περιοχή.

Οι αποσταθεροποιητικές δυναμικές φαίνονται έντονα αυτή τη στιγμή στην Τουρκία, όπου αποτυγχάνει η πολυετής προσπάθεια Ερντογάν να εκτονώσει το Κουρδικό με συνομιλίες με τον Οτσαλάν, γεγονός που κοστίζει ακριβά στις φιλοδοξίες του τούρκικου καπιταλισμού να ηγεμονεύσει στην περιοχή. Αλλά αυτή η δυναμική δεν θα περιοριστεί εκεί. Η ισχυρότερη αντιμπεριαλιστική-απελευθερωτική δύναμη παραμένει το «αραβικό πεζοδρόμιο», το οποίο εμπνέεται και από την Παλαιστινιακή αντίσταση. Με την αλληλεγγύη μας στην Παλαιστίνη και την αντίσταση στο «νέο» πόλεμο του Ομπάμα μπορούμε να ενισχύσουμε αυτή τη δύναμη.

Γι’ αυτό έχει εξαιρετική σημασία να καταγγείλουμε τον αντιδραστικό άξονα Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ-Αίγυπτος. Κανένα σκέλος αυτού του άξονα δεν είναι φίλος των Κούρδων, οι ανταγωνισμοί με την Τουρκία δεν γίνονται για χάρη τους, αλλά για τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο και συνολικότερα για την εξασφάλιση του ιμπεριαλιστικού ελέγχου στην περιοχή.

Η αντίσταση στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις αφορά και την Ανατολική Ευρώπη και την Ουκρανία. Η προσπάθεια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ να επεκταθούν ανατολικά μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, μέσα από νεοφιλελεύθερες «θεραπείες σοκ» αλλά και στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας, ποτέ δεν σταμάτησε. Τώρα όμως εντείνεται ξανά. Σήμερα η σύγκρουση μεταφέρεται στην Ουκρανία για το αν θα είναι κάτω από την επιρροή του ΝΑΤΟ και της ΕΕ ή της Ρωσίας, όπως ήταν παραδοσιακά. Tέτοιοι ανταγωνισμοί είχαν οδηγήσει το 2008 σε πόλεμο στη Γεωργία, πόλεμο που κέρδισε η Ρωσία σηματοδοτώντας την επιστροφή της σαν μια μεγάλη - και όχι πλέον υποχωρούσα- δύναμη στην περιοχή και συνολικότερα στους διεθνείς ανταγωνισμούς.

Η αδυναμία της αριστεράς στην Ουκρανία άφησε το πεδίο ελεύθερο για να καπηλεύονται την οργή του κόσμου ενάντια στις κυβερνήσεις των ολιγαρχών δυνάμεις αντιδραστικές. Η έκρηξη κατά του Γιανουκόβιτς στο Μεϊντάν κυριαρχήθηκε από τις φιλοδυτικές δυνάμεις σε συνεργασία ακόμη και με φασίστες, ενώ οι φόβοι των ρωσόφωνων της ανατολικής Ουκρανίας απέναντι στην κυβέρνηση του Κίεβου καπελώθηκαν από δυνάμεις ελεγχόμενες από τον Πούτιν. Η διέξοδος δεν βρίσκεται στη νίκη της μιας ή της άλλης αντιδραστικής πλευράς, αλλά στην ενότητα των εργατών της Ουκρανίας ενάντια στους ολιγάρχες και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.

 

2. Δίπλα στις προκλήσεις μεγαλώνουν ταυτόχρονα η ανάγκη αλλά και οι δυνατότητες για:

 

α. Μαζική εργατική αντίσταση.

Η περασμένη χρονιά σφραγίστηκε από δυνατούς αγώνες που διαψεύδουν τις απόψεις για το «χαμηλό» επίπεδο του κινήματος που εκπορεύονται είτε από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, είτε από τις ηγεσίες της αριστεράς για να δικαιολογούν την αδράνειά τους. Από την ΕΡΤ και τους διοικητικούς των ΑΕΙ-ΤΕΙ, μέχρι τους σχολικούς φύλακες, την Κόκα Κόλα και τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών, που αναδείχθηκαν σε σύμβολο αντίστασης για όλους τους εργαζόμενους. Και από τους νοσοκομειακούς και τους εκπαιδευτικούς που αντιστέκονται στη διάλυση υγείας και παιδείας μέχρι τους εργαζόμενους συνολικά στο δημόσιο που συγκρούστηκαν με την αξιολόγηση αναγκάζοντας την κυβέρνηση σε υποχώρηση. Μάχες όμως είχαμε και στον ιδιωτικό τομέα, κόντρα στις απόψεις που ξεκινώντας από τις αντικειμενικές δυσκολίες φτάνουν να αμφισβητούν την ίδια την ύπαρξη και το ρόλο της εργατικής τάξης αναζητώντας νέα υποκείμενα σε «ευρύτερα» κινήματα. Ο αγώνας των εργαζόμενων στο «κάτεργο» της Cosco είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα, αλλά όχι το μόνο.

Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή όταν συζητάμε για το επίπεδο ανάπτυξης των αγώνων να μην αναπαράγουμε τα ιδεολογήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Η ηγεσία του καλλιεργεί συστηματικά την εκλογική αναμονή και αυτό γίνεται με δυο τρόπους: οι συνδικαλιστικές ηγεσίες που ελέγχει ευθύνονται για τρανταχτά φρεναρίσματα των αγώνων (π.χ. στους εκπαιδευτικούς), ενώ ταυτόχρονα ο Τσίπρας χρησιμοποιεί αυτά τα φρεναρίσματα για να ισχυριστεί ότι το κινηματικό πεδίο δεν είναι προνομιακό. Ήδη, όμως, αυτή η τακτική περνάει σε επόμενο στάδιο αρχίζοντας από τώρα, δηλαδή πριν ο ΣΥΡΙΖΑ μπει στην κυβέρνηση, τις επιθέσεις κατά της «αριστερής αντιπολίτευσης» (π.χ. άρθρο Μπαλτά στην Αυγή). Προκύπτει όλο και πιο έντονα η ανάγκη να στηρίξουμε τις εργατικές αντιστάσεις από τα κάτω ΚΑΙ να τις περιφρουρήσουμε πολιτικά. Αυτό είναι και αναγκαίο και εφικτό.

Αναδείχθηκε πολλές φορές το προηγούμενο διάστημα η επικαιρότητα της οργάνωσης και του συντονισμού από τα κάτω μέσα από τη δράση του πιο προχωρημένου κομματιού σε κάθε αγώνα. Στην Υγεία με το Συντονιστικό των Νοσοκομείων, στους διαθέσιμους του Δημοσίου (ΔΙΑΣΕΔΑ), στη ΔΕΗ που πάνω στην απουσία της ΓΕΝΟΠ στήθηκε συντονιστικό πρωτοβάθμιων, σε τοπικό επίπεδο που προχώρησαν συντονισμοί ανάμεσα σε δήμους, νοσοκομεία, σχολεία κλπ. Αλλά και κεντρικά με τον Συντονισμό Ενάντια στα Κλεισίματα και τις Διαθεσιμότητες που ξεκίνησε μετά την εισβολή των ΜΑΤ στο Ραδιομέγαρο και από τότε έχει παίξει προωθητικό ρόλο σε όλες τις μάχες.

Αυτές τις προσπάθειες χρειάζεται να στηρίξει πολιτικά και οργανωτικά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για την κλιμάκωση των απεργιών και την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της.

 

β. Μαζικό κίνημα ενάντια στο ρατσισμό και τη φασιστική απειλή.

Στην επέτειο της δολοφονίας του Φύσσα δεκάδες χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους πανελλαδικά δείχνοντας ότι το αντιφασιστικό κίνημα, που πέρυσι ανάγκασε τη ΝΔ να προχωρήσει στις συλλήψεις της Χρυσής Αυγής, είναι η δύναμη που μπορεί να βάλει στόχους για να τσακίσει τους φασίστες, την κυβέρνηση που τους καλύπτει και το σύστημα που τους γεννάει και τους θρέφει.

Οι μάχες είναι μπροστά.

Κόντρα στην προσπάθεια επανεμφάνισης των ταγμάτων εφόδου, κόντρα στην ακροδεξιά κυβέρνηση Σαμαρά που ρίχνει γέφυρες με τους Μπαλτάκους και μεθοδεύει να πέσουν στα μαλακά οι Χρυσαυγίτες, παλεύουμε για να γίνει η δίκη και να καταδικαστεί ισόβια η ηγεσία της ναζιστικής συμμορίας. Το επιχείρημα ότι ο φασισμός δεν παλεύεται με νομικές διώξεις γυρίζει τις προτεραιότητες με το κεφάλι κάτω. Τυχόν αποχή από την πάλη για την δίκη και καταδίκη των δολοφόνων νεοναζί αποδυναμώνει αντί να ενισχύει την πάλη για την κοινωνική απομόνωση της Χρυσής Αυγής. Αντίθετα, η αποκάλυψη των μεθοδεύσεων για την συγκάλυψη της ενοχής τους ανοίγει όλο το πεδίο για σύγκρουση με τα στηρίγματά τους στο κράτος και στο κεφάλαιο. Χρειάζεται αντιπαράθεση και όχι συμπόρευση με τις αντιλήψεις που ευδοκιμούν στον ΣΥΡΙΖΑ και αντιμετωπίζουν τη Χρυσή Αυγή ως νόμιμο πολιτικό κόμμα (π.χ. Δούρου στην Περιφέρεια).

Έχουμε να συγκρουστούμε με το ρατσισμό που προωθεί κυβέρνηση και η κυρίαρχη τάξη για να διασπάσει και να αποπροσανατολίσει το εργατικό κίνημα, από τη Μανωλάδα μέχρι τους Ρομά στο Χαλάνδρι. Με την ισλαμοφοβία και την εκστρατεία ενάντια στους «φανατικούς μουσουλμάνους» που συμβαδίζει με τη συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τις δολοφονίες προσφύγων και μεταναστών στα σύνορα από την ευρωπαϊκή Frontex, κάτω από την εποπτεία του Αβραμόπουλου. Η ΕΕ συντονίζει τις ρατσιστικές εκστρατείες πανευρωπαϊκά και τυχόν αντίθεση στην ΕΕ χωρίς αντιρατσιστική πάλη αφήνει πεδίο δράσης για τις ακροδεξιές «ευρωσκεπτικιστικές» δυνάμεις.

Η συνεργασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την ΚΕΕΡΦΑ σε όλα αυτά τα μέτωπα χρειάζεται να προχωρήσει πολύ πιο αποφασιστικά και μέσα στην προεκλογική περίοδο που ντε φάκτο διανύουμε, αλλά και ακόμη πιο απαραίτητα αν ο ΣΥΡΙΖΑ αναδειχθεί σε κυβερνητικό κόμμα. Το παράδειγμα της Γαλλίας είναι η μεγαλύτερη προειδοποίηση για να μην αμελήσουμε αυτά τα καθήκοντα.

 

γ. Νέο αντιπολεμικό – αντιιμπεριαλιστικό κίνημα.

Εκατοντάδες χιλιάδες ξεσηκώθηκαν σε όλο τον πλανήτη στο πλευρό της Γάζας συμβάλλοντας στη νέα αποτυχία του Ισραήλ να τσακίσει την Αντίσταση. Με αφετηρία την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη μπορούμε να δυναμώσουμε το κίνημα ενάντια στον πόλεμο και όλες τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις από την Μέση Ανατολή μέχρι την Ουκρανία και την Άπω Ανατολή.

Στο πλευρό των αραβικών επαναστάσεων, χωρίς αυταπάτες για καθεστώτα τύπου Σίσι ή Άσαντ που συνεργάζονται με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές κατά του ISIS, που οι ίδιοι έθρεψαν. Η νίκη του αραβικού «πεζοδρόμιου» είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να ανοίξει διέξοδο για τους λαούς της περιοχής διώχνοντας τους ιμπεριαλιστές, ανατρέποντας τα διαφθαρμένα καθεστώτα, ξεπερνώντας τους θρησκευτικούς-σεχταριστικούς διαχωρισμούς και ανοίγοντας την προοπτική να συνυπάρχουν ειρηνικά, δημοκρατικά οι λαοί: οι Κούρδοι με τους Άραβες, οι Εβραίοι με τους Παλαιστίνιους, οι Κόπτες με τους Μουσουλμάνους κλπ.

Στο πλευρό του Ουκρανικού λαού, για την ενότητα των εργατών σε ανατολή και δύση ενάντια στις επεμβάσεις ΗΠΑ – ΕΕ και Ρωσίας και τους ολιγάρχες. Για τη διαγραφή του χρέους και από το ΔΝΤ και από τη Μόσχα, για να πάψουν οι εκβιασμοί που σπέρνουν τη φτώχεια και τον πόλεμο.

Ενάντια στην ελληνική συμμετοχή σε όλα τα μέτωπα, τον αντιδραστικό άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, για να σταματήσουν οι εξοπλισμοί, να κλείσουν οι βάσεις και να ανοίξουν τα σύνορα για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.

 

δ. Δυνατή αντικαπιταλιστική αριστερά.

Η μαζική στροφή αριστερά δεν «ανακόπηκε» μετά το 2012, αντίθετα δυνάμωσε ακόμα περισσότερο οδηγώντας σε νέα άνοδο της Αριστεράς στις πρόσφατες εκλογές και καταβαράθρωση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Ούτε οι επιθέσεις, ούτε οι κεντροδεξιές και κεντροαριστερές «εφεδρείες» της κυρίαρχης τάξης καταφέρνουν να σταματήσουν την ριζοσπαστικοποίηση του κόσμου που με τους αγώνες του έχει οδηγήσει στην ανατροπή τριών κυβερνήσεων την τελευταία πενταετία.

Τα αγωνιστικά και πολιτικά προχωρήματα του κινήματος βρίσκονται σε αναντιστοιχία με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που μετατοπίζεται ραγδαία προς τα δεξιά ως «υπεύθυνη κυβέρνηση εν αναμονή». Χιλιάδες πρωτοπόροι αγωνιστές διεκδικούν η ανατροπή της άθλιας συγκυβέρνησης να σηματοδοτήσει μια αντεπίθεση για να πάρουμε πίσω όλα όσα μας έκλεψαν με τα μνημόνια και τις επιθέσεις, με σύγκρουση και όχι «διαπραγμάτευση» με τους δανειστές και τα αφεντικά, με μάχες και όχι «ανάθεση» λύσεων σε μια μελλοντική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η αντίφαση ανάμεσα στις προσδοκίες του κόσμου που στρέφεται προς τα αριστερά και τη δεξιά προσαρμογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι ήδη ορατή από χιλιάδες αγωνιστές και θα γίνει πιο έντονη το επόμενο διάστημα.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες η επαναστατική αριστερά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει να παίξει κρίσιμο ρόλο. Χωρίς να περιορίζεται σε καταγγελίες για τις δεξιές μετατοπίσεις του ΣΥΡΙΖΑ αλλά παλεύοντας ενιαιομετωπικά με τον κόσμο, δείχνοντας στην πράξη πώς μπορεί να προχωρήσει το κίνημα, οργανώνοντας τις μάχες, προβάλλοντας ξεκάθαρα την προοπτική της αντικαπιταλιστικής ανατροπής.

 

3. Για να μπορέσει να παίξει αυτόν τον ρόλο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να ξεπεράσει δικές της αδυναμίες και προβλήματα σε τρία επίπεδα.

 

α. Αντίσταση στις πιέσεις για δεξιά προσαρμογή.

Την περασμένη χρονιά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σπατάλησε χρόνο και δυνάμεις επιδιώκοντας τη «μετωπική συμπόρευση», κυρίως με το Σχέδιο Β’. Η προσπάθεια αυτή ανέδειξε σημαντικές πολιτικές διαφωνίες όχι μόνο γύρω από την άρνηση του στόχου για αποδέσμευση από την ΕΕ αλλά και για άλλα ζητήματα. Για παράδειγμα, η έμφαση στην ανάγκη «παραγωγικής ανασυγκρότησης» και ελεγχόμενης διολίσθησης του εθνικού νομίσματος σαν μέσο διεξόδου από την κρίση. Αυτά μπορεί να είναι αιτήματα για την συμβιβαστική, κεϋνσιανή και πατριωτική αριστερά, δεν μπορεί όμως να προβάλονται από τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που διεκδικεί «όχι εθνικό έλεγχο στο νόμισμα αλλά ταξικό έλεγχο των εργατών στις τράπεζες, στις μεγάλες επιχειρήσεις και ολόκληρη την κοινωνία».

Η οποιαδήποτε απόπειρα να αμβλύνουμε τις αιχμές του αντικαπιταλιστικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μας βοηθάει να «διατηρήσουμε επαφή» με τις μάζες που επηρεάζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα διευκολύνει την ένταξή τους στη λογική της «ρεαλιστικής πολιτικής» που καλλιεργεί η ηγεσία Τσίπρα. Η άλλη όψη της κοινής δράσης μαζί τους μέσα στους αγώνες δεν είναι να πάμε πιο κοντά προγραμματικά, αλλά να αναδείξουμε το ρεαλισμό της αντικαπιταλιστικής ανατροπής.

Παράδειγμα δεξιάς προσαρμογής ήταν και η τοποθέτηση του Γιώργου Δελαστίκ στο Έθνος, που είδε τις εξαγγελίες Τσίπρα στη ΔΕΘ σαν μέτρα «λαϊκής ανακούφισης» που πρέπει να έχουν την στήριξη όλου του εργαζόμενου κόσμου και της Αριστεράς και θα κριθούν μετά την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβέρνηση. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν κρατάει την κριτική της για αργότερα, όπως κάνει η πλατφόρμα Λαφαζάνη που υπομένει όλες τις δεξιές μετατοπίσεις ενόψει των εκλογών. Εξηγούμε από τώρα ότι η λογική της διαπραγμάτευσης του χρέους οδηγεί σε θυσίες και όχι σε μέτρα ανακούφισης.

 

β. Δεν υπάρχουν υποκατάστατα.

Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η εμπλοκή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην καμπάνια στήριξης των «Λαϊκών Δημοκρατιών» στα ανατολικά οδηγεί σε εξωραϊσμό καταστάσεων. Ακόμη και ο Ριζοσπάστης παίρνει αποστάσεις μιλώντας για «αυτοκαλούμενες λαϊκές δημοκρατίες». Δεν βοηθάμε το κίνημα καλλιεργώντας αυταπάτες για υποκατάστατα. Χωρίς μια Αριστερά που παλεύει για την ενότητα των εργατών σε ανατολική και δυτική Ουκρανία δεν υπάρχει μονοπάτι που να κόβει δρόμο με τη βοήθεια οπαδών του Πούτιν.

Αντίστοιχα στη Μέση Ανατολή, δεν υπάρχουν «προστάτες» για κανένα κομμάτι των πληθυσμών από τις σφαγές: οι Σιίτες του Ιράκ δεν θα σωθούν από το ISIS με επέμβαση του Ιράν, ούτε οι Σουνίτες της Συρίας θα σωθούν από τον Άσαντ με επέμβαση της Σαουδικής Αραβίας, ούτε βέβαια οι Κούρδοι με επέμβαση της Τουρκίας, των Αμερικάνων (και του Σαμαρά). Δεν υπάρχει υποκατάστατο για την ενότητα ενάντια στους ιμπεριαλιστές και τις αντιδραστικές  δυνάμεις της περιοχής από το Ισραήλ μέχρι το ISIS.

 

γ. Όχι στο σεχταρισμό.

 Στην επέτειο της δολοφονίας του Φύσσα, ορισμένες δυνάμεις επέλεξαν να καταγγείλουν τον «απολιτίκ αντιφασισμό» της Πρωτοβουλίας Δεν Ξεχνάμε, που συσπείρωσε την οικογένεια και τους φίλους του μαζί με χιλιάδες νέους εργαζόμενους και άνεργους της περιοχής στη διαδήλωση από το Κερατσίνι προς τον Κορυδαλλό στις 18/9 (αλλά και την ΚΕΕΡΦΑ που βάδισε μαζί της) και να θεωρούν «δικαιολογημένη» την προβοκατόρικη επίθεση που διέκοψε τη συναυλία στο Σύνταγμα την επόμενη μέρα. Δυνάμεις που ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ και ανέχονται τη Δούρου να δίνει γραφεία στη Χρυσή Αυγή ξεσπάθωσαν ενάντια στους φίλους του Παύλου Φύσσα. Μαζί τους συντάχθηκαν και δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Είχαν προηγηθεί πολλές συναντήσεις όπου οι ίδιες δυνάμεις που ορκίζονται στο όνομα του αντιφασιστικού συντονισμού απέκλειαν κατηγορηματικά να βαδίσουν μαζί με τους φίλους του Φύσσα.

Τέτοιοι αποκλεισμοί μπορεί να υπηρετούν σεχταριστικές σκοπιμότητες αλλά σίγουρα δεν βοηθούν ούτε το κίνημα ούτε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ

 

γ. Δημοκρατική λειτουργία.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μέτωπο της επαναστατικής αριστεράς στο οποίο επιδιώκουμε να κερδηθούν και να συμμετέχουν αγωνιστές, οργανωμένοι σε συνιστώσες και ανένταχτοι, με όλο τον πλούτο των διαφορετικών απόψεων τους, μέσα από πραγματικά δημοκρατικές διαδικασίες και όχι μέσα από διαδικασίες γραφειοκρατικού ελέγχου τύπου ΚΚΕ και βυζαντινισμούς τύπου ΣΥΡΙΖΑ.

Σ’ αυτήν την κατεύθυνση χρειάζεται:

- να προχωρήσουμε στη διαδικασία ανάδειξης αιρετών συντρόφων στα όργανα μέσα από ευθείες δημοκρατικές διαδικασίες απλής αναλογικής: κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να συγκροτήσει πρόταση για τους εκλεγόμενους, κάθε μέλος έχει δικαίωμα να ψηφίσει την πρόταση της επιλογής του, η σύνθεση των εκλεγμένων προκύπτει αναλογικά από αυτές τις διαδικασίες. Το αποτέλεσμα είναι όχι μόνο δημοκρατικό αλλά και ενωτικό και συνθετικό. Καμιά άποψη δεν αποκλείεται, καμιά άποψη δεν «καπελώνει», η κοινή συνισταμένη προκύπτει συνθετικά.

- να σταματήσει η ελεγχομανία, είτε πρόκειται για τους εκλεγμένους δημοτικούς- περιφερειακούς συμβούλους (αλλά και υποψήφιους), είτε για τους εκλεγμένους στα συνδικάτα. Χρειάζεται και εδώ αναλογικότητα και να σταματήσουν οι αντισυντροφικές επιθέσεις και μεθοδεύσεις αποκλεισμών.

- Οι εισηγήσεις και τα σχέδια αποφάσεων του Πανελλαδικού Συντονιστικού και της Συνδιάσκεψης να κυκλοφορούν έγκαιρα προετοιμασμένα από την ΚΣΕ για να μην καταλήγουν σε κοπτοραπτικές κειμένων της τελευταίας στιγμής.

 

4. Η εκλογική μάχη και η αντιμετώπιση μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

 

α. Κλιμάκωση και όχι αναστολή των αγώνων.

Παρά τη βαθιά κρίση της, η ήττα της κυβέρνησης στις προσεχείς εκλογές δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Η συνέχιση και κλιμάκωση των αγώνων είναι αναγκαία κόντρα στις προσπάθεια των Σαμαροβενιζελων να κρατηθούν στην εξουσία με κάθε μέσο (επιθέσεις, εκβιασμούς, κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα κλπ).

 

β. Αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και προοπτική.

Μαζί με την κινηματική δράση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να προβάλει πλατιά το μεταβατικό αντικαπιταλιστικό της πρόγραμμα, δίνοντας τον τόνο της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση και την άρχουσα τάξη και δείχνοντας ταυτόχρονα πώς θα έπρεπε να απαντάει όλη η Αριστερά στις επιθέσεις και τα εκβιαστικά τους διλήμματα. Με αιχμή το χρέος, ζήτημα που αναδεικνύεται κεντρικό μέσα στην προεκλογική περίοδο, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να οργανώσει μεγάλη αυτοτελή καμπάνια. Διεκδικούμε μονομερή διαγραφή όλου του χρέους και όχι «διαπραγμάτευση» για την αποπληρωμή του. Ταξική – διεθνιστική ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ και όχι αυταπάτες για αλλαγή της πολιτικής της. Εργατικό έλεγχο στις τράπεζες και τις επιχειρήσεις που αρχίζει να επιβάλει στην πράξη τα αιτήματα του κινήματος κόντρα στις επιθέσεις και τα κερδοσκοπικά παιχνίδια των καπιταλιστών, ανοίγοντας το δρόμο της συνολικής ανατροπής τους.

 

γ. Τα όρια του κοινοβουλευτικού δρόμου.

Μια εκλογική νίκη της Αριστεράς εκφράζει αναμφισβήτητα την πολιτική συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης και την διάθεσή της ν’ ανατρέψει την προηγούμενη κατάσταση. Αλλά δεν εξασφαλίζει τον έλεγχο παραέξω από τον περίβολο του κοινοβουλίου. Ούτε πάνω στην οικονομική εξουσία των τραπεζιτών, των βιομήχανων και των αφεντικών, ούτε πάνω στους κρατικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς. Όσο καλές προθέσεις κι αν έχει η Αριστερά, με την καπιταλιστική κυριαρχία και το κράτος ανέπαφο, μια αριστερή πλειοψηφία στη Βουλή δεν αρκεί για να γίνουν πράξη οι διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος.

Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι τα κόμματα που θέλησαν να διαχειριστούν τον καπιταλισμό μέσα από τον κοινοβουλευτικό δρόμο κατέληξαν γρήγορα να απαντούν στους εκβιασμούς και τις πιέσεις των καπιταλιστών με προσαρμογή και συμβιβασμό μαζί τους. Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι εξαίρεση, θα βρεθεί από την αρχή στα ίδια αδιέξοδα.

 

δ. Αριστερή – εργατική αντιπολίτευση, δυνατή επαναστατική αριστερά.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η δύναμη της αριστεράς που παλεύει για μια άλλη προοπτική, της εργατικής επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού. 

Αυτό δεν σημαίνει σεχταριστική αντιμετώπιση απέναντι στον κόσμο της ρεφορμιστικής αριστεράς. Αντίθετα, σημαίνει ενιαίο μέτωπο και κοινή δράση για να συνεχίσει το κίνημα και να πάρει πίσω τις δουλειές και τις κατακτήσεις του, να τσακίσει τους φασίστες, να βγάλει την Ελλάδα από τον πόλεμο, να επιβάλει το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα.

Θα είμαστε μια δυνατή αριστερή αντιπολίτευση, σαν κι αυτές που ήδη σπεύδει από σήμερα να καταγγείλει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με χιλιάδες αγωνιστές που μπορεί να τον ψήφισαν αλλά καταλαβαίνουν ότι η δική τους δράση και μόνο μπορεί να εξασφαλίσει νίκες. Μέσα στα συνδικάτα, δυναμώνοντας τα βήματα των πιο προχωρημένων κομματιών για οργάνωση και συντονισμό από τα κάτω κόντρα στις εντονότερες πιέσεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας για «αυτοσυγκράτηση» και «περίοδο χάριτος» στη νέα κυβέρνηση. Μέσα σε κάθε γειτονιά, ξεπερνώντας τα όρια μιας «υπεύθυνης» διαχείρισης των εκλεγμένων του ΣΥΡΙΖΑ. Και μέσα στη βουλή, αν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σπάσει το όριο του 3% στις εκλογικές αναμετρήσεις που θα ακολουθήσουν.

Η ανεξάρτητη παρέμβαση και το δυνάμωμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι όρος για να προχωρήσουμε σε μια τέτοια κατεύθυνση.

 

Συντροφικά,

Τα μέλη του ΣΕΚ στην ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Αγγελόπουλος Γιάννης

Κουνιάκη Ευγενία

Μαραβελάκης Γιάννης

Σηφακάκης Γιάννης