• Πέμ, 10/07/2014 - 16:36
Απόφαση της από 5-6/7/2014 Συνεδρίασης του Π.Σ.Ο.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟ 5-6/7/2014 ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΟΥ Π.Σ.Ο.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ – ΕΕ – ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ.

- ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΡΗΞΗΣ ΚΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ

- ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΟΥ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ – ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

- ΓΙΑ ΤΗΝ  ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Α. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΠΛΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ.

1.       Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών με την μεγάλη πτώση της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, (με συνολική πτώση πάνω από 12%!),  την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, και την αύξηση του ποσοστού του κόσμου που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ψηφίζει προς τα αριστερά σε σχέση με τα επίπεδα του 2012, αποτυπώνει την σφοδρή καταδίκη της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και την ανάγκη να αλλάξουν τα πράγματα. Η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είναι μειοψηφική, βαθιά απονομιμοποιημένη. Παρά το ότι η εκλογική καταδίκη κλονίζει τον κυβερνητικό συνασπισμό, αυτή η ήττα δεν οδηγεί αυτόματα στην ανατροπή της. Υπογραμμίζεται η δυνατότητα και η αναγκαιότητα της πολιτικής παρέμβασης ενός νέου γύρου σκληρών αγώνων που με αποφασιστικότητα θα διεκδικήσει την ανατροπή της αντεργατικής λαίλαπας και θα φέρει στο προσκήνιο τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα και ανάγκες, συνθήκη που παράγει ευθύνες για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και νέες δυνατότητες και προκλήσεις για την αριστερά και το κίνημα.

Ο χώρος της «κεντροαριστεράς» βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Στο ΠΑΣΟΚ η κατάρρευση συνεχίζεται και ενισχύει τις αντιθέσεις σχετικά με την προοπτική και την ηγεσία. Το ίδιο συμβαίνει και στην ΔΗΜΑΡ. Αντί για εφεδρεία του συστήματος και ανάχωμα στο κίνημα, η περιβόητη κεντροαριστερά αναδεικνύεται μάλλον σε «αδύναμο κρίκο» και σε επιπλέον παράγοντα αποσταθεροποίησης για την κυβέρνηση.

2.       Η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε πρώτη δύναμη αποτυπώνει τη διάθεση ευρύτερων κομματιών εργαζομένων να απαλλαγούν από την κυβέρνηση της καταστροφής. Οφείλεται όμως κυρίως στην πτώση των δυνάμεων του κυβερνητικού συνασπισμού, ενώ ο ίδιος δεν εμφανίζει δυναμική ανατροπής. Η άνοδος του ρεύματος που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο «κοιτάει» προς την αριστερά έχει επιβραδυνθεί σε σχέση με το 2012, ενώ η ενίσχυσή του κατά 2 μονάδες, προέρχεται κυρίως από την άνοδο του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ, που εμφάνισε στασιμότητα αλλά και μια αξιοσημείωτη πτώση ιδίως στις λαικές-εργατικές γειτονιές.

Η εκλογική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι το σύνολο των ψηφοφόρων του αποδέχεται τη γραμμή ενσωμάτωσης και διαχείρισης εντός του πλαισίου του συστήματος και της ΕΕ που ακολουθεί η ηγεσία του (με την επιμονή στο ευρώ, το «ανήκουμε στην Δύση», την αναγνώριση του χρέους κ.λπ). Αντίθετα αυτή η γραμμή δημιουργεί απογοητεύσεις και ερωτηματικά στους εργαζόμενους αλλά και στα ίδια τα μέλη του,  μειώνει τις προσδοκίες και την μαχητικότητα, στο όνομα της κοινοβουλευτικής αναμονής, δεν μπορεί να εμπνεύσει στις λαϊκές τάξεις την αυτοπεποίθηση ότι υπάρχει πραγματικά άλλος δρόμος χωρίς λιτότητα,  σε ρήξη με την ΕΕ, το χρέος και την Τρόικα.

Ενδεικτική των αντιφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ είναι και το γεγονός ότι - σε αντίθεση με την παράδοση της Αριστεράς στον τόπο μας - δεν έχει ανάλογα υψηλά ποσοστά στις δημοτικές – περιφερειακές  εκλογές, πράγμα που δείχνει ότι δεν έχει μπορέσει να οικοδομήσει βαθύτερους δεσμούς με λαϊκά στρώματα. Αυτή η ελλιπής κοινωνική γείωση φαίνεται και από τα αποτελέσματά του σε αρκετά σωματεία, επιμελητήρια, φοιτητικούς συλλόγους κ.ο.κ.

3.       Παρά την σφοδρή ήττα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, η διαμαρτυρία σε μεγάλο βαθμό δεν κατευθύνθηκε συντεταγμένα προς τα αριστερά. Ένα σημαντικό τμήμα  ενίσχυσε την ακροδεξιά, τη ναζιστική Χρυσή Αυγή και στο ΛΑΟΣ που επανεμφανίστηκε κι ένα άλλο κατακερματίστηκε προς τα διάφορα κεντροδεξιά και «κεντροαριστερά» αστικά κόμματα (Ποτάμι, κόμμα Πολύδωρα, Γέφυρες, Χατζημαρκάκης κλπ) και στην ανάδειξη σημαντικών εφεδρειών από την πλευρά του συστήματος. Αυτό αντανακλά το γεγονός ότι παρά τα πολιτικά πλήγματα που έχει δεχτεί το πολιτικό σύστημα και την σοβαρή αμφισβήτηση των κομματικών του πυλώνων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) και κομβικών επιλογών του, διατηρεί την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία και προσπαθεί να ανασυνθέσει το πολιτικό σύστημα στην κατεύθυνση συνέχισης της ίδιας αντιδραστικής πολιτικής. . Το γεγονός αυτό σχετίζεται αναμφίβολα και με την απροθυμία του ΣΥΡΙΖΑ και, με άλλο τρόπο, του ΚΚΕ, να αμφισβητήσουν τον πυρήνα της αστικής πολιτικής σήμερα.. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει σε αυτήν την κατεύθυνση.

4.       Η εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής αποτελεί βαθιά αντιδραστική εξέλιξη, ιδιαίτερα μέσα στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής ανόδου των ακροδεξιών ακόμα και φασιστικών κομμάτων. Η  εκλογική τους άνοδος τροφοδοτείται  από την ρατσιστική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας και γενικότερα των συστημικών δυνάμεων, από την υποστήριξη και την ασυλία του πολιτικού συστήματος (υπόθεση Μπαλτάκου και όχι μόνο), την ισχυρή επιρροή τους στους μηχανισμούς καταστολής, την ενίσχυσή τους από μεγάλα και μεσαία επιχειρηματικά συμφέροντα, αλλά και την δημαγωγία  σε κατεστραμμένα λαϊκά στρώματα, μέσα στην καπιταλιστική κρίση, με την καλλιέργεια του μίσους προς τον μετανάστη, τον αριστερό και τον διαφορετικό ή πιο αδύναμο από ταξική σκοπιά. Παρά τη δολοφονία Φύσσα και την σύλληψη των ηγετικών της στελεχών, φαίνεται ότι εγγράφει χαρακτηριστικά αξιοσημείωτης κοινωνικής επιρροής με ιδιαίτερη αναφορά σε νεολαιίστικα κομμάτια.

Η άνοδος αυτό δείχνει ότι η πραγματική απάντηση στους φασίστες δεν μπορεί να έρθει με τον «κρατικό αντιφασισμό», την επίκληση της «νομιμότητας» και των «θεσμών». Είναι ολέθριο λάθος η τακτική του «συνταγματικού τόξου», δηλ. η αντιμετώπισή τους από τη σκοπιά της υπεράσπισης της σάπιας αστικής δημοκρατίας σε συνεργασία με τις δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος.  Η αντιμετώπιση της φασιστικής απειλής μπορεί να έρθει με την ανάπτυξη μαχητικών αγώνων των εργαζόμενων και της νεολαίας, με την συλλογική δράση και την ανάπτυξη μορφών εργατικής αλληλεγγύης, με ένα μαχητικό αντιφασιστικό κίνημα που θα διώξει τους φασίστες από τις γειτονιές και τους χώρους δουλειάς, με την σταθερή αποκάλυψη του βαθιά συστημικού τους ρόλου και του «συνεχούς» με την κυβέρνηση και την ΝΔ, με την απόσπαση δυνάμεων, ειδικά στην νεολαία, από την επιρροή τους. Με ένα δυνατό αντιρατσιστικό κίνημα που θα ξηλώσει όλα τα ρατσιστικά μέτρα (στρατόπεδα μεταναστών, Frontex κ.ο.κ.) και θα διεκδικεί ίσα δικαιώματα για όλους τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Με σταθερό μέτωπο σε φαινόμενα κοινωνικού εκφασισμού, στην αντιμετώπιση της κρατικής και εργοδοτικής – επιχειρηματικής βίας. Με την ένταση της πάλης για τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες. Με την ανειρήνευτη ιδεολογική πάλη με τα θεμέλια του ναζισμού: τον ρατσισμό, το σεξισμό και τον εθνικισμό, συνολικότερα με την ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής – επαναστατικής δράσης των εργαζόμενων και της νεολαίας.  

Η δράση του αντιφασιστικού κινήματος συνέβαλε αποφασιστικά στην αποτροπή της προσπάθειας της Χρυσής Αυγής να κυριαρχήσει στο δρόμο μέσω των ταγμάτων εφόδου και στον περιορισμό της εκλογικής της ανόδου. Παρά το εκλογικό τους ποσοστό στις περισσότερες περιοχές δεν τόλμησαν ή δεν κατόρθωσαν να κάνουν ανοιχτή προεκλογική καμπάνια. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να συνεχίσει στην πρώτη γραμμή του αντιφασιστικού κινήματος για να μην αφήσουμε να ανασυνταχθεί η ναζιστική συμμορία.

5.       Το ΚΚΕ προβάλλει κυρίως το μεγαλύτερο ποσοστό του σε σχέση με τις εκλογές του Ιουνίου του 2012. Παρά όμως την τάση επανασυσπείρωσης στις ευρωεκλογές ενός τμήματος του κόσμου που έχασε το 2012, το ποσοστό του στις ευρωεκλογές, όσο και σε πολλές περιφέρειες και δήμους, συμπεριλαμβανομένης της περιφέρειας Αττικής είναι από τα χειρότερα στην ιστορία του. Για αυτό και γεννιούνται πολυποίκιλοι προβληματισμοί στην βάση του που δεν πείθεται ούτε από την ωραιοποίηση των αποτελεσμάτων του, ούτε από την άγονη και ηττοπαθή γραμμή του.

6.       Ιδιαίτερης συζήτησης πρέπει γίνει για την αντιμετώπιση της ανοικτής παρέμβασης στις εκλογές εκπροσώπων του κεφαλαίου, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τους Μώραλη και Μπέο. Στις δύο αυτές περιπτώσεις, αλλά και σε άλλες όπως στο παραλιακό μέτωπο της Αττικής, οι μαφιόζικες αυτές δυνάμεις των επιχειρηματιών/ποδοσφαιρικών παραγόντων ή των άμεσων εκπροσώπων τους,  επιδιώκουν τον έλεγχο δήμων και πόλεων, ως χώρων νέας κερδοφορίας και άμεσου πολιτικού ελέγχου. Κέρδισαν τις εκλογές στο όνομα των «θέσεων εργασίας» και των «επενδύσεων» που δήθεν θα φέρουν σε σύγκρουση με οποιοδήποτε πολιτικό, περιβαλλοντικό, εργασιακό όριο. Ενσωματώνοντας αλλού μια «κοινωνικά ευαίσθητη» ρητορική (Πειραιάς), αλλού μια επιθετική ρητορική ενάντια στους «πολιτικούς» και τους «διανοούμενους» με φασιστικά στοιχεία (υποστήριξη της Χρυσής Αυγής στον Βόλο στον Μπέο), αποτελούν επικίνδυνα φαινόμενα εξέλιξης στο πολιτικό σύστημα. Ακόμα όμως και στις περιπτώσεις που η παρέμβασή τους δεν σημείωσε εκλογική επιτυχία (π.χ. Φιλαδέλφεια), τα επιχειρηματικά συμφέροντα οργανώνουν άμεσα «και από τα κάτω» και με την κρατική (τοπική και κεντρική) κάλυψη την πολιτική τους παρέμβαση, προσπαθώντας να καταστείλουν κάθε προσπάθεια του κινήματος και της αριστεράς να εμποδίσει την προώθηση των σχεδίων τους.   (τραμπούκικες και παρακρατικές πρακτικές ενάντια στο κίνημα στην Ν. Φιλαδέλφεια από τον Μελισσανίδη).  

7.       Στο αποτέλεσμα των εκλογών δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγουν τα πολύ μεγάλα ποσοστά και η επανεκλογή των περισσότερων εν ενεργεία περιφερειαρχών. Φαίνεται ότι το τοπικό και περιφερειακό κράτος με τον αναβαθμισμένο ρόλο του μπορεί να διαμορφώνει νέου τύπου κοινωνικές συμμαχίες, στην βάση της διαχείρισης της φτώχιας, και της εξαθλίωσης (5μηνα, ωφελούμενοι, voucher κλπ). Επιχειρείται, πάνω στο έδαφος της κρίσης να φτιαχτεί ένας «στρατός» που η επιβίωσή του εξαρτάται από τον δήμαρχο η τον περιφερειάρχη και που είναι σε μεγάλο βαθμό η ίδια κοινωνική δεξαμενή που τροφοδοτεί και την Χρυσή Αυγή. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να σκύψει πολύ αποφασιστικά σε αυτά τα κομμάτια το επόμενο διάστημα.

8.       Στο συνολικό αποτέλεσμα εκφράζονται τα βαθύτερα ζητήματα, οι δυνατότητες, οι αντιφάσεις αλλά και τα όρια του συσχετισμού δυνάμεων που διαμορφώνεται την περίοδο αυτή, τα οποία προβληματίζουν μαχόμενες δυνάμεις.

Παρά το σημαντικό πλήγμα ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας που έχει δεχτεί το πολιτικό σύστημα,  η πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία της αστικής τάξης δεν έχει πληγεί στρατηγικά. Όσο τα σημαντικά ρήγματα στις σχέσεις εκπροσώπησης που δημιουργήθηκαν στο έδαφος της κρίσης και των σημαντικών εργατικών αγώνων της περιόδου 2010-2012, όσο η πολιτική κρίση και ο κλονισμός της αστικής γραμμής, δεν ολοκληρώνονται σε μια ριζική και μαζική αντιπρόταση από την πλευρά της εργατικής τάξης, σε ρήξη με τις κεντρικές πολιτικές επιλογές του κεφαλαίου και τελικά το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, η κρίση των κυβερνήσεων και των κυρίαρχων αστικών κομμάτων δεν μπορεί να μετασχηματιστεί σε αντικαπιταλιστική-επαναστατική κατεύθυνση, αλλά θα βρίσκει άλλες ακόμα και αντιδραστικές διεξόδους.

  • Οι μάχες αλλά και τα όρια του κινήματος τα τελευταία δύο χρόνια. Από το φθινόπωρο του 2012 και μετά που είχαμε τον τελευταίο μεγάλο κύκλο πανεργατικών αγώνων, δεν είχαμε με την εξαίρεση της μεγάλης μάχης της ΕΡΤ, μορφές πανεργατικού ξεσηκωμού.

Το διάστημα αυτό είχαμε και έχουμε μεγάλους, σημαντικούς και σε αρκετές περιπτώσεις ηρωικούς αγώνες, αλλά δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσουμε ότι το κίνημα συνολικά είναι σε φάση ύφεσης.

Έγιναν και γίνονται ηρωικές απεργίες διάρκειας, κυρίως  για την υπεράσπιση του δικαιώματος στην δουλειά και συνολικά την απόκρουση της επίθεσης (μετρό, διοικητικοί των πανεπιστημίων, εργαζόμενοι στην καθαριότητα).  Οι αγώνες αυτοί είχαν μεγαλύτερη επιτυχία όταν ή εξέλιξή τους καθοριζόταν από τους ίδιους τους εργαζόμενους με συνελεύσεις, όταν υπήρχε η αίσθηση της αποφασιστικότητας, και του «αγώνα μέχρι τέλους». Όταν έγιναν βήματα «από τα κάτω συντονισμού».

Όμως δεν έγινε δυνατό ούτε μορφές συντονισμού να υπάρξουν σε κλίμακα που να μπορούν να προωθήσουν μεγάλους διακλαδικούς αγώνες, ούτε πανεργατικές απεργίες που να σφραγίσουν την πάλη, όταν δεν αποφασίζονταν από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ούτε αιτήματα και στόχοι που να ξεπερνάνε το «δεν πάει άλλο».

 

Υπάρχουν κοινωνικές και πολιτικές αιτίες για αυτήν την καμπή: Η αποτυχία του κινήματος να αποτρέψει τα εξαγγελθέντα μέτρα παρόλο που στην πραγματικότητα «μέτρησε» στο να καθυστερήσουν ή να «αναδιαρθρωθούν». Οι τεράστιες επιπτώσεις  από την ανεργία και την ανασφάλεια.  Η συρρίκνωση ακόμα και η διάλυση ολόκληρων κλάδων που αποτελούσαν την καρδιά της εργατικής τάξης (οικοδομή, μέταλλο κλπ). Ο  διαρκής αγώνας για επιβίωση. Η επιβολή ενός ριζικά νέου μοντέλου εργασίας (ωφελούμενοι και όχι πια εργαζόμενοι). Η –σχεδόν-  ανυπαρξία κινήματος στον ιδιωτικό τομέα, τους ανέργους  και την εργασιακή περιπλάνηση. Η αδυναμία των μορφών αλληλεγγύης που δεν έχουν επεκταθεί στην κλίμακα που πρέπει.

Αλλά και πολιτικές αιτίες όπως: Ο έλεγχος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας πάνω στο κίνημα, που παρά το αδυνάτισμα του, δεν έχει ανατραπεί.  Η άρνηση των ηγεσιών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ να στηρίξουν και να στηριχθούν στο κίνημα για να συγκρουστούν με την κυβέρνηση, η καλλιέργεια της λογικής της αναμονής, η ηττοπάθεια και η διασπαστική γραμμή είναι παράγοντες που στο σύνολό τους δημιουργούν μεγάλα προβλήματα στο ξεδίπλωμα κινημάτων και στην συγκρότηση του «οργανωμένου λαού». 

 

  • Η ιστορική ανεπάρκεια της αριστεράς ( μη αμφισβήτηση αυτής της στρατηγικής από τον ΣΥΡΙΖΑ,  άρνηση από το ΚΚΕ του αντικαπιταλιστικού ανατρεπτικού προγράμματος και η εμμονή του στον απωθητικό «υπαρκτό σοσιαλισμό» κα).

 

  • Η αδυναμία μέχρι τώρα και της επαναστατικής Αριστεράς: Τόσο στο να σκύψει πολύ πιο σοβαρά, και οργανωμένα πάνω στο ζήτημα της  ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος, και στην συγκρότηση του αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής, όσο στην οικοδόμηση ενός σχετικά μαζικού, σταθερού και πρωτοπόρου αντικαπιταλιστικού μετώπου-πόλου, και να συγκροτήσει ένα υπαρκτό κοινωνικό συσχετισμό γύρω από το μεταβατικό πρόγραμμα, ως βάση εξόρμησης για την ανατροπή.

 

  1.  

 

Θεωρούμε λαθεμένεςτοποθετήσεις σαν αυτή του ΚΚΕ που αρνείται την δυνατότητα ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής και της κυβέρνησης. Το ρήγμα στην ελληνική κοινωνία είναι βαθύ, και η κρίση των κομμάτων εξουσίας αποτυπώνει την έκταση και το βάθος της πολιτικής κρίσης και οι ανατρεπτικές δυνατότητες παραμένουν. Σε οριακές στιγμές στην περίοδο μετά το 2010-2012 η κρίση απείλησε να πάρει ακόμη βαθύτερα χαρακτηριστικά. Όμως, η ανεπάρκεια της Αριστεράς, της αντικαπιταλιστικής συμπεριλαμβανομένης, δεν επέτρεψε η κρίση να εξελιχθεί αποσταθεροποιητικά για το σύστημα. Αλλά και οι κυρίαρχες δυνάμεις απέχουν πολύ από το να ελέγχουν πλήρως την κατάσταση. Με αυτή την έννοια παραμένουμε μέσα σε μια περίοδο με ανεβασμένες δυνατότητες για το κίνημα και την αντικαπιταλιστική Αριστερά, αλλά η έκφρασή τους προϋποθέτει μορφές ανασυγκρότησης του κινήματος, προβολής ενός άλλου αντικαπιταλιστικού δρόμου σε ρήξη με μνημόνια, χρέος και ευρώ-ΕΕ, άλλη αριστερά. Αυτές είναι οι μεγάλες προκλήσεις μπροστά μας.

 

10.  Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε μια δύσκολη, τριπλή εκλογική αναμέτρηση. Κατέβαλλε μια πρωτόγνωρη  πολιτική  και οργανωτική προσπάθεια για να μπορέσει και μόνο να «κατέβει» στις ευρωεκλογές, σε 12 περιφέρειες, για να συμβάλλει σε σχήματα σε πάνω από 30 Δήμους. Στην μεγάλη πλειοψηφία το περιεχόμενο των παρεμβάσεών μας κινήθηκε σε σωστή κατεύθυνση, ενώ εξασφαλίστηκε η ανεξαρτησία από τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ.  Στην διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήρθε σε επικοινωνία με δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους,  κάνοντας  ένα σοβαρό «άνοιγμα», με δεκάδες συγκεντρώσεις, περιοδείες και ομιλίες σε τόπους δουλειάς κλπ.

Το αποτέλεσμα των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών έδειξε ότι υπάρχει ένα ευρύτερο ρεύμα, που στον έναν ή τον άλλο βαθμό αντιμετωπίζει θετικά την ανάγκη για μια μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά που να διεκδικεί τον «άλλο δρόμο» της ανατροπής, χωρίς χρέος και μνημόνια, έξω από ευρώ και ΕΕ, με τους εργαζόμενους στο τιμόνι. Φαίνεται ότι το ρεύμα της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής αριστεράς έχει μεγαλύτερη γείωση και επαφή σε εργατικούς χώρους και γειτονιές πανελλαδικά. 

 

Ωστόσο, και παρά την αύξηση του ποσοστού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε σχέση με τον Ιούνη του 2012 και τις ευρωεκλογές του 2009, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι πίσω από τις δυνατότητες και τις προσδοκίες μας. Φάνηκε ότι σε εκλογές με έντονα πολιτικά διλήμματα δεν κατορθώνουμε να πείσουμε το υπαρκτό δυναμικό που εκτιμά και συμφωνεί με τις απόψεις μας να μας ακολουθήσει πολιτικά και εκλογικά. Έτσι στο σύνολό του δεν είναι θετικό για τις δυνάμεις μας. Δείχνει ότι το αντικαπιταλιστικό/επαναστατικό ρεύμα είναι πολιτικά ασταθές και ευάλωτο. Δεν αποτελεί κύρια αιτία η πίεση της «χαμένης ψήφου», αν και έπαιξε φυσικά τον ρόλο της. Αποτυπώνει και δικές μας αδυναμίες που πρέπει να κάνουμε σημαντικά βήματα υπέρβασής τους, όπως στην αποσαφήνιση και το βάθεμα της πολιτικής μας πρότασης και του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, στην πολιτική των συμμαχιών και την μετωπική συμπόρευση, στην συγκρότηση και ενωτική επανεκκίνηση της  ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

 

Αντίστοιχα και οι άλλες δυνάμεις της «εκτός των τειχών» Αριστεράς βρέθηκαν σε χαμηλά εκλογικά επίπεδα (Σχέδιο Β, ΕΕΚ, ΟΚΔΕ, Μ-Λ ΚΚΕ). Τα αποτελέσματα αυτά, εκτός των άλλων, δείχνουν ότι οι μοναχικοί δρόμοι, η άρνηση συμβολής στο συνολικό αντικαπιταλιστικό ρεύμα (ακόμα και στο τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο), δεν μπορούν να συγκροτήσουν ένα στοιχειωδώς μαζικό ρεύμα στην αριστερά και την κοινωνία.

 

11.      Υπάρχουν ορισμένες  μονιμότερες, ανεξάρτητες από την εκλογική μάχη,  αιτίες για την αδυναμία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ  να συγκροτήσει ένα πιο σταθερό πολιτικό ρεύμα, όπως:

- Υστερούμε στην επεξεργασία του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, στην συγκεκριμενοποίηση του «προς τα κάτω» ώστε να γίνεται υπόθεση της πάλης των εργαζόμενων και προς τα «πάνω» σε σύνδεση με την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, την αυτοτελή προβολή και υποστήριξή του.

- Δεν έχουμε επεξεργαστεί συστηματικά το ζήτημα της ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος στο φως των μεγάλων αλλαγών που συντελούνται στην εργατική τάξη, γενικότερα του «οργανωμένου λαού», των μορφών της συγκρότησής του,  του συντονισμού των αντιστάσεων, πράγμα που επιδρά στο κατά πόσο φαντάζει «ρεαλιστική» η υποστήριξη και επιβολή  του προγράμματος μας.

- Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να βαθύνει περισσότερο και να προβάλλει την τοποθέτησή της στο ζήτημα της κυβέρνησης, της εξουσίας και του κράτους με αφετηρία τις επεξεργασίες της 2ης Συνδιάσκεψης, σε ρήξη με κάθε λογική διαχείρισης του αστικού κράτους, προτάσσοντας την  ανάγκη ανατροπής και συντριβής του για να περάσει πράγματι «ο πλούτος και η εξουσία στα χέρια των εργαζομένων».

  • Σοβαρό ζήτημα αποτελεί το ξεκαθάρισμα της στάσης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέναντι στην πολιτική και κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, ως πρόταση διαχειριστική, μη αριστερή, που τελικά θα οδηγήσει σε  αντιλαϊκές επιλογές. Χρειάζεται καλύτερη επεξεργασία της τακτικής μας απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ συνολικά, ώστε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μην εμφανίζεται σαν συνεχές του ΣΥΡΙΖΑ, σαν «αριστερή πίεση» στην πολιτική του, χωρίς παράλληλα να χάνουμε τους αγωνιστικούς δεσμούς που έχουμε με τον μαχόμενο κόσμο από την βάση του ΣΥΡΙΖΑ.

 

  • Πολύ σοβαρό ζήτημα αποτελούν οι αδύναμοι και χαλαροί πολιτικοί δεσμοί της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με τον κόσμο του αγώνα και ευρύτερα τον λαό. Η πολιτική μας παρέμβαση, δεν οργανώνεται και δεν απλώνεται στο λαό ώστε να διαμορφώνεται μια πιο σταθερή βάση. Η αδυναμία μας να συσπειρώνουμε  αγωνιστές που μας προσεγγίζουν πολιτικά με σταθερό και διαρκή τρόπο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ

 

  • Η αποτυχία της μετωπικής συμπόρευσης μέτρησε αρνητικά στα μάτια πολλών αγωνιστών. Παρά τα βήματα που έγιναν αναδείχθηκαν σημαντικές διαφωνίες, με κορυφαία τη στάση απέναντι στην Ε.Ε. που εμπόδισαν την ευόδωση των προσπαθειών. Ανεξάρτητα από το ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχει την κύρια  ευθύνη για την τελική της κατάληξη, στον πολύ κόσμο φάνηκε ότι είμαστε μέρος του προβλήματος της πολυδιάσπασης και των μικροηγεμονισμών της «εκτός των τειχών» Αριστεράς και ότι δεν μπορούμε να πάρουμε μεγαλύτερες πρωτοβουλίες. Παράλληλα η μονοπώληση για καιρό της συμπόρευσης σαν της μοναδικής πολιτικής πρωτοβουλίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ,  ο εγκλωβισμός της σε μια συζήτηση «κορυφών» και οι διαφορετικές τακτικές που εκδηλώνονταν διαρκώς από τις οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προκάλεσε προβλήματα και τριβές στο εσωτερικό μας, σημαντικά προβλήματα στην αποτελεσματικότητα των προσπαθειών μας και τελικά επέδρασε καθοριστικά και στην ετοιμότητα να δώσουμε την εκλογική μάχη.

 

  • Η χαμηλή ακόμα πολιτική ενοποίηση των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε επαναστατική κατεύθυνση και οι μεγάλες οργανωτικές ανεπάρκειες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι οποίες πλέον αποτελούν εμπόδιο στην ανάπτυξη της επιρροής της.

12.      Αναδείχτηκαν όμως και ορισμένα πολύ σημαντικά προβλήματα που αφορούν την ίδια την εκλογική μάχη:

- Σε ορισμένες περιπτώσεις επιχειρήθηκαν κοινά κατεβάσματα με τον ΣΥΡΙΖΑ με αποτέλεσμα την διάσπαση ή την μη ενιαία έκφραση των δυνάμεών μας. Αποδείχτηκε ότι όταν επιχειρείται η  συμμαχία με τις δυνάμεις της διαχείρισης του αστικού πλαισίου τότε δεν μπορούν να ενωθούν ή και διασπώνται οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής αριστεράς.

- Σε άλλες περιπτώσεις υπήρξαν κατεβάσματα που δεν πέρασαν μέσα από τις συλλογικές αποφάσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και μάλιστα με την χρήση συμβόλων και ονομάτων που ευθέως παραπέμπουν σε αυτήν.  Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί κοινό σπίτι όλων μας και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί με μονομερή τρόπο τα σύμβολα και το όνομά της. Σε κάθε περίπτωση οι ξεχωριστές πρωτοβουλίες –που μπορεί να παίρνονται από οργανώσεις με βάση το επίπεδο της συμφωνίας μας σαν μέτωπο θα πρέπει να ξεκαθαρίζουν από ποιον παίρνονται και αν είναι σε συμφωνία ή όχι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνολικά.

- Σε ορισμένους Δήμους και Περιφέρειες υπήρξε απαράδεκτη μάχη μηχανισμών για τον επικεφαλής. Τα φαινόμενα αυτά είναι απαράδεκτα από όποιον και αν προέρχονται. Η επιλογή του επικεφαλής θα έπρεπε να είναι μια συλλογική διαδικασία με βάση την εσωτερική ζωή και λειτουργία των σχημάτων, την λογική της εναλλαγής και την δημοκρατία όσων πραγματικά συμμετέχουν.

- Τέλος χρειάζεται καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στην δημοκρατία των συνελεύσεων, την διαδικασία  σύμφωνα με την οποία τελικά η συνέλευση μιας τοπικής κίνησης ή μιας ΤΕ αποφασίζει, και την εκπροσώπηση όλων των ρευμάτων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην εκπροσώπησή της, λαμβάνοντας υπόψη το μετωπικό και πολυτασικό χαρακτήρα του σχήματος. Απαιτείται η έμπρακτη αναγνώριση από όλους ότι οι μεγαλύτερες οργανώσεις θα σέβονται τον μετωπικό χαρακτήρα του σχήματος, δεν θα «μονοπωλούν» την εκπροσώπηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε όλα τα επίπεδα (από τους  ομιλητές μέχρι τον αριθμό των εκλεγμένων).

- Τα παραπάνω προβλήματα είχαν σαν αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις να μην υπάρξει ενιαία πολιτική δουλειά και στήριξη όλων μας των υποψηφιοτήτων από όλους ανεξάρτητα από το αν και που ανήκουν. Στην πράξη σε σημαντικό βαθμό δημιουργήθηκε μία κατάσταση που ο καθένας στήριζε τις κινήσεις και τα ψηφοδέλτια που «είχε τον επικεφαλής», μια καμπάνια αλά καρτ. Αυτό το πισωγύρισμα σε σχέση με την πορεία ανώτερης πολιτικής ενοποίησης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ κόστισε σημαντικά σε δυνάμεις, αποτελεσματικότητα, αλλά και στην πραγματική συντροφικότητα ανάμεσα στα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Τα αρνητικά αυτά φαινόμενα πρέπει να βγουν με θάρρος στην επιφάνεια, όχι για να γίνει «ξεκαθάρισμα λογαριασμών», αλλά για να αντιμετωπιστούν μέσα από την συλλογική, μαχόμενη και συντροφική κριτική και αυτοκριτική.

  1. Το ΠΣΟ εκτιμά ότι η συλλογικά εκφρασμένη, με σχετική ανακοίνωσή  της ΚΣΕ, στάση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον δεύτερο γύρο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών ήταν σωστή. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρέθηκε στην ανάγκη να αντισταθεί στα κεντρικά, αντιδραστικά διλήμματα που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έθετε στην υπόλοιπη αριστερά, να θέσει την αδήριτη ανάγκη συγκρότησης του αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής χωρίς παράλληλα να ταυτίσει με ισοπεδωτικό τρόπο ορισμένες δυνάμεις – που κυρίως σε επίπεδο δήμων είχαν ένα αγωνιστικό προσανατολισμό, έστω με όρια και αντιφάσεις-  και τους μνημονιακούς ή άλλους υποψήφιους του αστικού μπλοκ που είχαν απέναντί τους. 

 

14.      Σε κάθε περίπτωση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα μείνει στην πρώτη γραμμή των αγώνων και των κινημάτων, θα αγωνιστεί για την κλιμάκωση των αγώνων ενάντια στο «μαύρο  μέτωπο» της καταστροφής και την ανατροπή της κυβέρνησης, θα επιμείνει στο δρόμο της κοινής δράσης των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς και των αγωνιστικών δυνάμεων μέσα στο κίνημα, στο δρόμο της μετωπικής συμπόρευσης των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών και αντιΕΕ δυνάμεων και αγωνιστών για την συγκρότηση του πόλου της αντικαπιταλιστικής – επαναστατικής αριστεράς, θα βαθύνει τις επεξεργασίες της για την ανώτερη πολιτική και προγραμματική ενοποίησή της και την δημοκρατική συγκρότησή της. Με αυτό τον προσανατολισμό το επόμενο διάστημα, την παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς προς τα έξω, στις μάχες του κινήματος και στη μεγάλη συζήτηση και πάλη για την εναλλακτική προοπτική, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να ξεπεράσει προωθητικά τις αδυναμίες της.

Β. ΒΑΣΙΚA ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΤΟ ΕΡΧΟΜΕΝΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ

15.      Οι πρόσφατες ευρωεκλογές έδειξαν την βαθιά απονομιμοποίηση της ΕΕ και των πολιτικών της στα μάτια των λαών, που, εξαιτίας των δεξιών μετατοπίσεων και της υποταγής  μεγάλου μέρους της Ευρωαριστεράς στην ΕΕ, κυρίως εκφράστηκε μέσα από την υπερψήφιση δεξιών και ακροδεξιών, αλλά και βαθιά συστημικών, μορφών «ευρωσκεπτικισμού». Δεν υποτιμούμε και αντίθετες περιπτώσεις όμως όπως την εκλογική επίδοση που σημείωσε το Podemos στην Ισπανία, που έλαβε 8% των ψήφων και εξέλεξε 5 ευρωβουλευτές. Με βάση τα ανωτέρω η πρόκληση μιας γραμμής σύγκρουσης με τις πολιτικές της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» παραμένει ενεργή σε όλη την ΕΕ.

16.  Συνολικότερα, η σχετική ανάκαμψη των δεικτών του καπιταλιστικού κόσμου το προηγούμενο διάστημα φαίνεται ότι ήταν  ασταθής, περιορισμένη και αντιλαϊκή, με διατήρηση  της ανεργίας και συνολικά της επίθεσης. Το τελευταίο διάστημα υπάρχουν σημάδια μια νέας επιδείνωσης, καθώς το 1ο τρίμηνο οι ΗΠΑ μπήκαν σε νέα φάση ύφεσης. Έτσι όσο η κρίση υπερσυσσώρευσης δεν λέει να κοπάσει τα βάρβαρα μέτρα που  την φορτώνουν στον λαό θα οξύνονται.

17.      Παράλληλα, εντείνονται σε εξαιρετικά επικίνδυνο βαθμό οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, και οι πολεμικές αναμετρήσεις. Κρίσιμες είναι οι εξελίξεις στην Ουκρανία, όπου τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ στηρίζουν την αντιδραστική και με φασιστικά στοιχεία κυβέρνηση του Κιέβου. Απαιτείται να υπάρξει άμεσα ένα πλατύ κίνημα αλληλεγγύης στους εργάτες που βρίσκονται στο στόχαστρο των φασιστών και της κυβέρνησης. Παράλληλα χρειάζεται με αποφασιστικότητα να απαιτήσουμε την άμεση απεμπλοκή και μη περαιτέρω εμπλοκή του ελληνικού στρατού στην υλοποίηση των σχεδίων των ιμπεριαλιστών στην Ουκρανία κ.α.

Πολύ σημαντικές είναι οι εξελίξεις στο Ιράκ και στη Μέση Ανατολή όπου αποδεικνύεται πόσο καταστροφική ήταν και παραμένει η πολιτική των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, καθώς όχι μόνο δεν έφερε τη «σταθερότητα» αλλά πυροδότησε ακόμη χειρότερες μορφές συγκρούσεων, φρικτών εμφυλίων πολέμων  και γενικής αποσταθεροποίησης.

Συνολικά η πολιτική, οικονομική και γεωπολιτική αστάθεια και ανταγωνισμοί σφραγίζουν τις διεθνείς εξελίξεις.

18.      Στην χώρα μας η κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ είναι πιο αδύναμη και απονομιμοποιημένη. Παρά την αδυναμία της, όμως, μετά και τον ανασχηματισμό, συνεχίζει και κλιμακώνει το καταστροφικό έργο της. Η πολιτική αυτή έχει συμφωνηθεί και υπογραφεί στα μέχρι τώρα μνημόνια και στο τελευταίο Μεσοπρόθεσμο.

Τα βασικά μέτωπα της κυβερνητικής επίθεσης έχουν ήδη προδιαγραφεί. Πλήρης διάλυση του ασφαλιστικού. Συνέχιση της επίθεσης στα δημόσια αγαθά παιδεία, υγεία κλπ. Ειδικό ζήτημα  τεράστιας σημασίας εδώ η διάσπαση και το ξεπούλημα της ΔΕΗ. Απολύσεις στο δημόσιο (λήξη διαθεσιμότητας, «αξιολόγηση», «επανέλεγχος»  συμβάσεων, αξιολόγηση δομών κλπ). Απελευθέρωση απολύσεων. Μείωση μισθών σε δημόσιο (κατάργηση και του ενιαίου μισθολογίου) και ιδιωτικό τομέα (κατάργηση τριετιών, 13 και 14ου μισθού) κλπ.

Ο συνδυασμός της άμεσης κλιμάκωσης της επίθεσης, συμπεριλαμβανομένης  μιας νέας δανειακής σύμβασης και ενός νέου μνημόνιου στο όνομα της «διευθέτησης του χρέους», της συνέχισης της καπιταλιστικής κρίσης  και της κρίσης εκπροσώπησης γεννά ένα εκρηκτικό έδαφος για το ερχόμενο χρονικό διάστημα. Η ύπαρξη εστιών εργατικής αντίστασης υπογραμμίζει την ανάγκη για μια νέα αγωνιστική ανάταση, απαραίτητος όρος για το γκρέμισμα αυτής της βάρβαρης κυβέρνησης. Η αναζήτηση συνολικών πολιτικών λύσεων, θα γίνεται αντικειμενικά όλο και πιο επίκαιρη και ισχυρή.

19.      Ο ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας την κυβερνητική εξουσία διαμορφώνει την πολιτική του πρόταση με άξονες την «ρεαλιστική προσαρμογή» εντός των πλαισίων του κεφαλαίου, την «συνεννόηση» με τους επιχειρηματίες και τα μεγάλα συμφέροντα, την υπεράσπιση της ΕΕ και την «ομαλή κοινοβουλευτική εναλλαγή».  Ανοίγει την συζήτηση για έναν «ιστορικό συμβιβασμό» αλά ελληνικά, για κυβερνήσεις συνεργασίας με αστικά ακόμα και μνημονιακά κόμματα (χωρίς Σαμαρά, Βενιζέλο κλπ). Με την πρότασή του τόσο προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες δυνάμεις της αριστεράς όσο και σε «εκ δεξιών του» πολιτικές δυνάμεις για τη συγκρότηση ενός «πλατιού δημοκρατικού, προοδευτικού, ριζοσπαστικού κινήματος ανατροπής» επικυρώνει και βαθαίνει την δεξιόστροφη πορεία του και σηματοδοτεί την βασική επιδίωξη του που είναι η αναζήτηση κυβερνητικών λύσεων με την λεγόμενη «κεντροαριστερά» στα πλαίσια των όρων και των δεσμεύσεων Ε.Ε. – Δ.Ν.Τ. – κεφαλαίου. Ταυτόχρονα επιχειρεί να ενσωματώσει – δορυφοριοποιήσει στο διαχειριστικό πλαίσιο την τάση συγκρότησης στους αγώνες και στην πολιτική μιας άλλης εργατικής -ανατρεπτικής πρότασης.  Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απορρίπτει την πρόταση αυτή. Απορρίπτει τον ρόλο του «αριστερού αντίβαρου» στην πορεία ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ, επιμένει στη διατήρηση της πολιτικής και οργανωτικής ανεξαρτησίας της, έξω από την «μεγάλη δημοκρατική – πατριωτική παράταξη» που αναζητάει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.  

Αυτή η πολιτική ακρωτηριάζει τις λαϊκές επιδιώξεις, δεν απαντάει αλλά ενισχύει και επικυρώνει την επιχειρηματολογία της αστικής τάξης περί του ευρωμονόδρομου της ΕΕ, καλλιεργεί την κοινοβουλευτική αναμονή, τις αυταπάτες και τις μειωμένες προσδοκίες, και τελικά δυσκολεύει την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων. Στην περίπτωση που μια κυβέρνηση με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρήσει να δοκιμάσει την αναδιαπραγμάτευση υποταγμένη σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, θα υποχρεωθεί να εφαρμόσει πολιτικές λιτότητας, να διαψεύσει πλήρως τις λαϊκές τάξεις και να καταρρεύσει τελικά υπό το βάρος των εκβιασμών αλλά και των δικών της  αντιφάσεων, καταλήγοντας να είναι ένα «αριστερό διάλειμμα» πριν την ακόμη πιο αντιδραστική αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος.  Δεν θα αποτελέσει «πρώτο βήμα»  και «δρόμο ανακούφισης του λαού», αλλά  δρόμο ταύτισης της αριστεράς με αντιλαϊκές επιλογές, πολιτικής και ηθικής απαξίωσης της (όπως σε Κύπρο, Ιταλία κλπ), άνοιγμα του δρόμου στην ακροδεξιά δημαγωγία. Αυτός είναι ένας δρόμος που οδηγεί σε σοβαρή ήττα το εργατικό – λαϊκό κίνημα και την αριστερά.

Η γραμμή της «ανακούφισης» μέσω της κυβερνητικής εναλλαγής, χωρίς να θιγούν οι βασικές συντεταγμένες της κυρίαρχης αστικής πολιτικής έχει το προβάδισμα μέσα στο πλατύ αριστερόστροφο, αντιμνημονιακό ρεύμα, επηρεάζοντας και μαχόμενες δυνάμεις του κινήματος και της αριστεράς.

 

Όμως η ηγεμονία αυτή δεν είναι σταθεροποιημένη. Σημαντικά τμήματα  εργαζομένων, ιδιαίτερα ανάμεσα στις μαχόμενες δυνάμεις του κινήματος και ευρύτερο λαϊκό-εργατικό κόσμο, δεν αποδέχονται την διαρκή δεξιόστροφη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ, τις θέσεις του για την διατήρηση βασικών αποτελεσμάτων της μνημονιακής επίθεσης (13ος-14ος μισθός, απολύσεις), την εγκατάλειψη βασικών πολιτκών του θέσεων (πχ αποδοχή του χρέους), την συναλλαγή του με το κεφάλαιο (Μαρινάκης, Μελισανίδης, εταιρίες επικοινωνίας). Διαμορφώνεται ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της βάσης που ψάχνει λύσεις και ρήξεις ανατρεπτικές και αντικαπιταλιστικές.  Με αυτόν τον κόσμο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να επιδιώξει να βρεθεί σε κοινούς αγώνες

20. Το ΚΚΕ ακολουθεί την ίδια αδιέξοδο και ηττοπαθή λογική, αρνούμενο να συμβάλλει στην πάλη για απόκρουση της επίθεσης, την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής του κεφαλαίου, της ΕΕ και της κυβέρνησης, την επιβολή εδώ και τώρα κατακτήσεων από τους εργαζόμενους. Καλλιεργεί την διάσπαση και την ηττοπάθεια. Κινείται με «κοινοβουλευτική αντίληψη» προτάσσοντας την εκλογική ενίσχυση του κόμματος από την άνοδο του πολιτικού ρόλου του κινήματος. Υποτιμά τις δυνατότητες της περιόδου και δεν στοχεύει στην αποσταθεροποίηση του συσχετισμού δύναμης. Είναι μια τακτική που αντικειμενικά βλάπτει την τάση εργατικής αντεπίθεσης και διευκολύνει τις επιλογές των δυνάμεων του συστήματος.

21. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αντιμετωπίζει και την παρούσα συγκυρία, με βάση τις θέσεις και τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψής τη, προσαρμόζοντας κάθε φορά τα συνθήματα και την τακτική της στις συνθήκες.

Η γενική της λογική για την περίοδο είναι η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης. Όπως λέγαμε στην Β΄ Συνδιάσκεψη  «κεντρικός πολιτικός στόχος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για την ιστορική περίοδο που βρισκόμαστε, είναι η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης του κεφαλαίου, των κυβερνήσεών του, της ΕΕ και του ΔΝΤ, με το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα. Η αντικαπιταλιστική ανατροπή θα επιβληθεί από ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής με πυρήνα ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα, με την πολιτική ηγεμονία ενός ισχυρού πόλου – πολιτικού μετώπου της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντι-ΕΕ και ανατρεπτικής Αριστεράς και κάτω από τη δύναμη του παλλαϊκού – πανεργατικού ξεσηκωμού. Η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης θα ανοίξει το δρόμο για την επανάσταση, για τη διεκδίκηση και κατάκτηση της εξουσίας και της κυβέρνησης από τις μαχόμενες δυνάμεις των εργαζομένων και του λαϊκού κινήματος, τη σύγκρουση και τελικά τη συντριβή του αστικού κράτους».

Το πρόγραμμα αυτό, στο σύνολό του, θα υλοποιηθεί από την πολιτική εξουσία και την κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των σύμμαχων λαϊκών στρωμάτων. Η διεκδίκηση της εξουσίας των εργαζομένων απαιτεί: Πρώτο, ένα μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα σε ρήξη με τη «νομιμότητα» και το «ευρωπαϊκό κεκτημένο». Δεύτερον, πραγματική σύγκρουση με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και την εξουσία του κεφαλαίου, με συνδυασμό εξωκοινοβουλευτικών  και κοινοβουλευτικών μορφών πάλης. Τρίτον, απαιτεί ρωμαλέο λαϊκό κίνημα, με αντιθεσμούς λαϊκής εξουσίας, με μορφές λαϊκής αλληλεγγύης, αυτοοργάνωσης και αυτοάμυνας. Χωρίς όλες τις μορφές πάλης, με τις οποίες ο ίδιος ο οργανωμένος λαός κάνει πράξη το μεταβατικό πρόγραμμα, δεν μπορεί να υπάρχει εξουσία των εργαζομένων. Για αυτό και επιμένουμε ότι, σε κάθε περίπτωση, η δυνατότητα επαναστατικής ανατροπής και πραγματικής εργατικής διεξόδου περνάει από τη συγκρότηση αυτοτελών μορφών πάλης για την εργατική εξουσία, ανταγωνιστικών και εξωτερικών προς το αστικό κράτος. Διαφορετικά ο κίνδυνος της ενσωμάτωσης ή και της ήττας θα παραμένει ανοιχτός».

Μέσα σε συνθήκες διαρκούς οικονομικής και πολιτικής κρίσης και επίθεσης η αξία αυτής της βασικής τοποθέτησης όχι μόνο παραμένει αλλά και ενισχύεται. Απαιτείται βαθύτερη στρατηγικού χαρακτήρα επεξεργασία και γείωση των προγραμματικών κατακτήσεών μας. Τα όργανα και οι επιτροπές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να πάρουν άμεσα συγκεκριμένα μέτρα σ’ αυτό το πεδίο όπως συγκρότηση επιτροπής προγράμματος με ευθύνη της ΚΣΕ, διοργάνωση θεωρητικού και πολιτικού διαλόγου πάνω στην πρότασή μας, ειδική δουλειά των τοπικών και κλαδικών επιτροπών στη διαμόρφωση προγράμματος και στόχων πάλης κ.ο.κ.

22.     Στην πολιτική περίοδο που έρχεται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παλεύει για την εισβολή του λαϊκού παράγοντα μαζικά στο προσκήνιο διεκδικώντας την ανατροπή του μαύρου μετώπου κυβέρνησης, κεφαλαίου-ΕΕ, την ριζική αλλαγή πολιτικής και όχι απλά κυβερνητικού διαχειριστή. Για την ανάπτυξη ενός κινήματος που δεν θα αφήσει να περάσουν τα κυβερνητικά σχέδια, θα παλεύει για να πάρουμε πίσω τις δουλειές, τους μισθούς κλπ, όλες τις κατακτήσεις που λεηλάτησαν τα μνημόνια, για να μην αφήσουμε να ανασυνταχτούν οι δολοφόνοι της Χ.Α.

Η επιδίωξη να μπει ο λαός στο προσκήνιο δεν είναι «κινηματισμός» αλλά βαθιά αντίληψη για το ποιος καθορίζει τις εξελίξεις και τι σημαίνει να αλλάξει η κατάσταση. Μια τέτοια στόχευση βρίσκεται στον αντίποδα των αστικών επιδιώξεων για την «πολιτική σταθεροποίηση» του συστήματος είτε μέσα από την διαιώνιση των καθαρών υπεραντιδραστικών μνημονιακών δυνάμεων και των κυβερνήσεων τους ή μέσα από μια «από τα πάνω», πλήρως ελεγχόμενη εναλλαγή με την συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν περιμένουμε ούτε τις εκλογές για να έρθει η «κυβέρνηση με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ», ούτε την κατάρρευσή της για να «δικαιωθούμε», όπως κάνει το ΚΚΕ.

Αγωνιζόμαστε σήμερα για την διαμόρφωση ενός άλλου συσχετισμού δυνάμεων στο κίνημα και την αριστερά, για την ανατροπή  της επίθεσης και συνολικά των σχεδίων αστικής σταθεροποίησης, να ανοίξει τον δρόμο προς την αντικαπιταλιστική ανατροπή.

Για την οικοδόμηση ενός πιο μαζικού και συγκροτημένου αντικαπιταλιστικού ρεύματος που θα παλεύει αποφασιστικά για την ανατροπή της πολιτικής κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ και της κυβέρνησής τους. Θα απορρίπτει τον  «ρεαλισμό» της αποδοχής των ορίων του κεφαλαίου και της ΕΕ,  και την κοινοβουλευτική αναμονή.  Για την ανάπτυξη ενός κινήματος ανατροπής. Για την μετωπική συμπόρευση και την κοινή πολιτική παρέμβαση των  αντικαπιταλιστικών – αντιιμπεριαλιστικών – αντιΕΕ δυνάμεων στην προοπτική συγκρότησης ενός ισχυρού μετώπου-πόλου των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς και των δυνάμεων της ανατροπής. Για μια αναβαθμισμένη κοινή δράση όλων των μαχόμενων δυνάμεων της αριστεράς που μπορούν να αποτελέσουν την ραχοκοκαλιά της εργατικής-λαικής αντεπίθεσης.

23.  Kρίσιμο ζήτημα για ένα κίνημα ανατροπής το επόμενο διάστημα είναι η κλιμάκωση του περιεχομένου του και πιο συγκεκριμένα η γείωση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος στις ανάγκες και τα άμεσα αιτήματα της εργατικής τάξης και του λαού, η ενοποίηση των αγώνων γύρω από κομβικούς στόχους κάτω από το σύνθημα «να φύγουν όλοι κυβέρνηση, τρόικα, ΕΕ, κεφάλαιο, δεν φεύγουν αν δεν τους διώξουμε».

Σήμερα που εκατομμύρια άνθρωποι είναι άνεργοι και φτωχοί, που η πείνα, η εξαθλίωση και οι αυτοκτονίες εξαπλώνονται με ταχείς ρυθμούς, το ζήτημα της «μάχης για την επιβίωση» μπαίνει στην πρώτη γραμμή της πάλης.

Γι’ αυτό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ιεραρχεί στην κορυφή του αντικαπιταλιστικού προγράμματος τους στόχους πάλης που αφορούν την ουσιαστική μείωση του μέσου ποσοστού κέρδους των καπιταλιστών σε πανεθνικό επίπεδο με την καθιέρωση νομοθετικών μέτρων με γενική ισχύ

Διεκδικούμε:

- Επίδομα ανεργίας για όλους τους άνεργους, ίσο με τον βασικό μισθό χωρίς προϋποθέσεις, με πλήρη ιατροφαρμακευτική δωρεάν δημόσια περίθαλψη για όλο το διάστημα της ανεργίας.

-Μείωση των χρόνων συνταξιοδότησης (60 για τους άνδρες, 58 για τις γυναίκες) και των ωρών εργασίας (άμεσα 5νθήμερο, 7ωρο), χωρίς μείωση των αποδοχών, για την άμεση δημιουργία νέων δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.

- Κατάργηση όλων των μορφών ευέλικτης – ελαστικής εργασίας.

- Άμεσες προσλήψεις στο δημόσιο τομέα για να καλυφθούν τα δεκάδες χιλιάδες κενά, ιδιαίτερα σε εκπαίδευση, υγεία, κοινωνικές υπηρεσίες.

- Αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις και υπογραφή ΕΓΣΣΕ με μισθούς στα επίπεδα του 2008 και αυξήσεις πάνω από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

- Κανένα εργοστάσιο να μην κλείσει. Εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση για τους ιδιοκτήτες, και με εργατικό και λαϊκό έλεγχο, όλων των εργοστασίων που κλείνουν ή εγκαταλείπουν οι ιδιοκτήτες τους. Όχι στις επιλογές του κεφαλαίου και τους περιορισμούς της ΕΕ 

- Όχι στην ιδιωτικοποίηση και την απελευθέρωση των αγορών. Επανεθνικοποίηση όλων των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων. Κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ, έλεγχος για τις εγκληματικές του πράξεις.

-Μείωση – κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών.

- Δραστική μείωση της άμεσης φορολογίας των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων, με ταυτόχρονη γενναία αύξηση της άμεσης φορολόγησης του κεφαλαίου. Μείωση – κατάργηση των έμμεσων φόρων.

- Δημόσια δωρεάν παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση με ποιοτικά αναβαθμισμένες υπηρεσίες.

- Μείωση των τιμών στα βασικά είδη διατροφής – ένδυσης κ.ο.κ. καθώς και των τιμών για τις στοιχειώδεις κοινωνικές υπηρεσίες (φως, νερό, τηλέφωνο).

- Μείωση έως και διαγραφή του δανεισμού της εργατικής λαϊκής οικογένειας για την απόκτηση της πρώτης κατοικίας.

 

Τέτοιοι στόχοι πάλης, στο βαθμό που γίνονται υπόθεση της πάλης των εργαζόμενων, μπορούν να ανυψώνουν και να ενοποιούν τον αυθόρμητο οικονομικό αγώνα, που σήμερα διεξάγεται σε σημαντικό βαθμό αμυντικά και κατακερματισμένα, σε μαζικό, επιθετικό πολιτικό αγώνα για τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης, να συνδέονται μαζικά και πειστικά με τους γενικότερους στόχους για ανατροπή του μαύρους μετώπου κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ, την διαγραφή του χρέους, την αποδέσμευση από ευρώ και ΕΕ, την εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση των καπιταλιστών με εργατικό – κοινωνικό έλεγχο, την ριζική αναδιανομή του πλούτου, συνολικότερα την αντικαπιταλιστική ανατροπή.

 

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρωτοστατήσει για ένα τέτοιο περιεχόμενο πάλης με το Αγωνιστικό Μέτωπο Ρήξης και Ανατροπής. Με καρδιά ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα.

Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια στροφή προς την κλιμάκωση των αγώνων απαιτεί και την αναμέτρηση με βαθιά προβλήματα της συγκρότησης της εργατικής τάξης και του κινήματος χωρίς την παραμικρή ωραιοποίηση. Η μαζική ανεργία, η αποβιομηχάνιση, η τάση κατάργησης και αυτής της έννοιας της «εργασίας» και η αντικατάστασή της από τους «ωφελούμενους» «πρακτικά ασκούμενους» σε πρωτοφανέρωτη κλίμακα δημιουργούν μια ιστορικής σημασίας τομή στην εργατική τάξη, ειδικά στην νέα βάρδια της με πολύ σοβαρές και ήδη ορατές επιπτώσεις στους όρους συγκρότησής της. Αυτό δεν ακυρώνει την ύπαρξη σημαντικών αγωνιστικών διαθέσεων, αλλά καταδεικνύει το ότι συχνά αυτές εκφράζονται σε όλο και πιο δυσμενές έδαφος. Η πλήρης διάλυση της  ΓΣΕΕ, η τάση και η επιδίωξη διάλυσης και της ΑΔΕΔΥ, δεν φέρνει στην επιφάνεια με ένα μόνιμο και σταθερό τρόπο νέες μορφές συγκρότησης, παρά τα βήματα και τις προσπάθειες που διαρκώς γίνονται.

  • Ειδικά στο θέμα της παρέμβασής μας στο τοπικό κράτος πρέπει  να σχεδιάσουμε συντονισμένα την προβολή μιας αντικαπιταλιστικής γραμμής με έμφαση στην ανάπτυξη των τοπικών κινημάτων, σε μια περίοδο που δήμοι και περιφέρεις θα αποτελέσουν έναν κρίσιμο μοχλό για την εμπέδωση και προώθηση των αναδιαρθρώσεων και των αντιλαϊκών πολιτικών. Οι 8 εκλεγμένοι περιφερειακοί σύμβουλοι αλλά και ο σημαντικός αριθμός δημοτικών συμβούλων σημαίνει ότι μπορούμε με καλύτερο σε σχέση με προηγούμενα τρόπο να σχεδιάσουμε και να οργανώσουμε την παρέμβαση μας. Αυτό επιβάλλει συντονισμό, επεξεργασία, αλληλοϋποστήριξη και προφανώς ειδική ομάδα από τη μεριά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Χρειάζεται, επίσης να απολογήσουμε και αξιολογήσουμε την παρέμβασή μας στην πόλη (εργατικές λέσχες, λαϊκές συνελεύσεις, δομές αλληλεγγύης, κινήματα πόλης, χαράτσια κλπ). Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι ειδικά στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας θα βρεθούμε αντιμέτωποι με το πρώτο πείραμα μεγάλης κλίμακας «αριστερής διακυβέρνησης» από τη μεριά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και αυτό μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα να αναδείξουμε γιατί η δική μας γραμμή είναι όντως η εναλλακτική αριστερή πρόταση απέναντι στη γραμμή ενσωμάτωσης. Με ειδικό τρόπο πρέπει να δούμε τη στάση μας στο Χαλάνδρι, όπου το ψηφοδέλτιο στο οποίο συμμετέχουν δυνάμεις μας θα διοικήσει  το Δήμο, με τη συμμετοχή μελών  μας στο δημοτικό συμβούλιο ως συμπολίτευση στην προκείμενη περίπτωση.

Κρίσιμο ζήτημα σε αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η ενωτική / μετωπική πλευρά της δράσης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η πρόταση για το αγωνιστικό μέτωπο ρήξης-ανατροπής.

Η σημασία της λογική αυτής αναβαθμίζεται. Όλοι πρέπει να μπουν μπροστά στις ευθύνες τους. ο κόσμος του κινήματος, οι δυνάμεις του ΚΚΕ, οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που δεν συμφωνούν με την δεξιά προσαρμογή. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει το επόμενο διάστημα μέσα στους αγώνες, σε πολύ στενότερη σύνδεση με τα αγωνιζόμενα κομμάτια να αναλάβει ενωτικές πρωτοβουλίες προς όλες αυτές τις δυνάμεις από «πάνω» και κυρίως «από κάτω». Σημαντικό βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση θα ήταν η συνένωση σε μια νέα προσπάθεια «συντονισμού πρωτοβάθμιων σωματείων και συνδικαλιστών» όλων των μαχόμενων τάσεων του κινήματος.

24.  Ξέρουμε ότι η ανατροπή αυτής της πολιτικής και πολύ περισσότερο η πάλη «για να περάσει ο πλούτος και η εξουσία στα χέρια των εργαζόμενων» σημαίνει πριν από όλα πάλη για την επιβολή του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, αλλά και αναμέτρηση με το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος, τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς ΝΑΤΟ και ΕΕ, το βαθύ κράτος με την φασιστική διείσδυση μέσα στους μηχανισμούς καταστολής, τους πολυπλόκαμους μηχανισμούς του συστήματος. Για αυτό είμαστε ριζικά αντίθετοι και αντιπαλεύουμε τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες ότι μπορούν να γίνουν αλλαγές χωρίς αναμέτρηση, χωρίς τον οργανωμένο λαό. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει και μπορεί να αναδειχτεί στον πόλο της αριστεράς που επιμένει στη στρατηγική της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, με έμφαση στην προβολή του αντικαπιταλιστικού προγράμματος.  

25.     Ειδικά για την στάση μας απέναντι στην πολιτική-κυβερνητική πρόταση και την κυβέρνηση με την συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρότι η εκλογική ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή συγκεντρώνει τις προσδοκίες των λαϊκών τάξεων κατ’ ελάχιστο για ανάσχεση της επίθεσης, η επαναστατική Αριστερά δε μπορεί να στηρίξει πολιτικά ένα πρόγραμμα που υπόσχεται θολά «βελτιώσεις» αλλά αρνείται τις αναγκαίες ρήξεις. Η επαναστατική Αριστερά αρνείται τη συμμετοχή, τη στήριξη ή την ανοχή σε κυβερνήσεις στο πλαίσιο της διαχείρισης του καπιταλισμού και της Ε.Ε. και συνεπώς αρνείται συμμετοχή και κριτική στήριξη στην πολιτική και κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Η  τοποθέτησή μας αυτή αφορά την πολιτική κι κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ η οποία επιδιώκει στο σήμερα να επιδράσει στο κίνημα σε κατεύθυνση άρνησης των πολιτικών  στόχων ανατροπής, αποδοχής των ορίων της ΕΕ και της κρίσης του καπιταλισμού («ρεαλιστική προσαρμογή» των στόχων), και κοινοβουλευτικής αναμονής. Η ήττα αυτής της λογικής μέσα στο κίνημα και τους αγώνες αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για την εξέλιξη του λαϊκού κινήματος, τον συσχετισμό δυνάμεων και τις πολιτικές εξελίξεις συνολικά. Η υποστήριξη  και γείωση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, η άνοδος της απαιτητικότητας των εργαζόμενων για να πάρουν πίσω ότι τους έκλεψαν και η κλιμάκωση των αγώνων τώρα είναι αντίθετα η δική μας πολιτική κατεύθυνση.  

Στο ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ, η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα είναι δύναμη αριστερής εργατικής αντιπολίτευσης. Θα συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις, ειδικά στο ρευστό τοπίο της πρώτης περιόδου, για την απόσπαση και την επιβολή κατακτήσεων από ένα ισχυρό και με προωθημένα αιτήματα μαζικό λαϊκό και εργατικό κίνημα. Θα επιδιώξει, μέσα στις νέες συνθήκες, να ανοίξει ο δρόμος για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της βάρβαρης επίθεσης.. Θα συμβάλλει στην ανάπτυξη αυτοτελών οργάνων εργατικής – λαϊκής πάλης κι επιβολής της λαϊκής θέλησης, με σημαία την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεση, σε σύγκρουση  με τις αντιδραστικές δυνάμεις, ή τους φασίστες, υπερασπιζόμενη απ’ αυτή τη σκοπιά κάθε κατάκτηση  του κινήματος.

 Δείγμα γραφής και δοκιμασία μιας τέτοιας αντίληψης αποτελούν οι δήμοι και οι περιφέρειες με «αριστερή διοίκηση» και πριν από όλα στην Αττική.

26.     Αν ο ένας πυλώνας της πολιτικής μας είναι η συγκρότηση του εργατικού κινήματος και ο «οργανωμένος λαός», ο άλλος είναι η «άλλη αριστερά» δηλαδή η οικοδόμηση ενός αυτοτελούς, μαζικού πόλου – πολιτικού μετώπου της αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής Αριστεράς.

Σε αυτήν την κατεύθυνση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει σαν μόνιμο στοιχείο της λογικής της την συμπόρευση των αντιφατικών δυνάμεων που απεγκλωβίζονται από το ρεφορμισμό με λογική αντικαπιταλιστικής ηγεμονίας και επαναστατικής προοπτικής, έτσι ώστε να μπορούν να επιδράσουν ευρύτερα στην Αριστερά και το κίνημα, να πετύχουν ανακατατάξεις, να συμβάλλουν στην κοινή δράση και το αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής. Αντιμετωπίζουμε την πρόταση της μετωπικής συμπόρευσης, με βάση την απόφαση της Β! Συνδιάσκεψης, ως δρόμο υλοποίησης μιας τέτοιας λογικής, μιας πορείας ευρύτερων ανακατατάξεων στην μαχόμενη αριστερά. 

Κρίκος για την συνέχιση αυτής της προσπάθειας είναι οι χιλιάδες αγωνιστές που συμπαρατάχθηκαν με τα αριστερά αντικαπιταλιστικά σχήματα στις πρόσφατες εκλογές αλλά και δυνάμεις, ρεύματα και αγωνιστές με τους οποίους βρεθήκαμε σε διάλογο το προηγούμενο διάστημα. Χρειάζεται να δοθεί προτεραιότητα στην οικοδόμηση δεσμών συμπόρευσης με τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες των κινημάτων, τον μαχόμενο κόσμο της Αριστεράς, τις «φυσικές πρωτοπορίες» που γεννιούνται μέσα στους ταξικούς αγώνες και νοιώθουν όλο και πιο πολύ την απόσταση ανάμεσα στις ανάγκες του αγώνα και την πολιτική και κινηματική ανεπάρκεια των ηγεσιών της ρεφορμιστικής Αριστεράς.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συνεχίσει άμεσα την προσπάθεια, με ανοιχτές διαδικασίες μπροστά στον κόσμο της αριστεράς. Η διαδικασία αυτή πρέπει πρωτίστως να τροφοδοτήσει την συγκρότηση του εργατικού κινήματος σε παράγοντα που θα επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις, στην προώθηση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, στην πολιτική ενοποίηση αγωνιστών και δυνάμεων σε μια λογική ρήξης με το σύστημα και εν τέλει προβολής μιας άλλης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης με σύγχρονη σοσιαλιστική -  κομμουνιστική προοπτική.

Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να αξιοποιηθούν υπαρκτοί δρόμοι συσπείρωσης του ευρύτερου ριζοσπαστικού δυναμικού και συμβολής του με συλλογικούς όρους στον διάλογο και την κοινή δράση, όπως για παράδειγμα: η συμμετοχή στα περιφερειακά, δημοτικά και εργατικά σχήματα η την οικοδόμηση νέων εκεί που δεν υπάρχουν, και η συμβολή όλων, στην ενίσχυση τους και την πανελλαδική τους ενοποίηση, τον ανοιχτό και πολυτασικό τους χαρακτήρα,  ώστε συνολικά να ενισχύεται με ουσιαστικούς και συλλογικούς όρους  η πραγματική διαδικασία της συμπόρευσης ενός ευρύτατου δυναμικού.  Επιπλέον πολιτικές πρωτοβουλίες για κεντρικά πολιτικά ζητήματα (πχ χρέος με αφορμή την «διαπραγμάτευση»), ή την ΕΕ μπορεί επίσης να αποτελέσουν αντίστοιχους δρόμους, χωρίς να αποκλείονται και άλλες μορφές.

 

27.     Υπάρχει ανάγκη βαθέματος, στρατηγικού επανεξοπλισμού γύρω από  τα κρίσιμα κυβέρνηση-κράτος-εξουσία, τακτική-στρατηγική,  δημοκρατικής συγκρότησης και οργανωτικής ανάπτυξης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, αποφασίζουμε την άμεση συγκρότηση και επανενεργοποίηση της εργατικής επιτροπής, της επιτροπής για το τοπικό κράτος, της αντιφασιστικής επιτροπής, της επιτροπής προγράμματος και της οργανωτικής επιτροπής.  

Πρέπει να προχωρήσουμε στην συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το φθινόπωρο. Οι θεματικοί άξονες της συνδιάσκεψης ενδεικτικά μπορούν να είναι:

- αποτίμηση της συγκυρίας και της περιόδου, υπάρχουν δυνατότητες σήμερα για πολιτικές ανατροπές, μέσα στη συγκυρία της κρίσης ηγεμονίας, και για πρωτότυπες επαναστατικές διεργασίες, ή έχουν την πρωτοβουλία οι συστημικές δυνάμεις;

-αναμέτρηση με τα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις για το εργατικό κίνημα και τις επιπτώσεις των αναδιαρθρώσεων.

- επεξεργασία – εμβάθυνση  του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, εξειδίκευση, κλαδικές επεξεργασίες, συγκεκριμένοι στόχοι

- συζήτηση για την πολιτική στρατηγική και την αναμέτρηση με το ερώτημα της εξουσίας, της κυβέρνησης και του κράτους.

- εξειδίκευση στη βάση των παραπάνω της κριτικής μας στις άλλες τάσεις της Αριστεράς

- πόλος αντικαπιταλιστικής αριστεράς και μετωπική συμπόρευση.

- πολιτικός και οργανωτικός απολογισμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αυτοκριτική για λάθη και προβλήματα

- οργανωτικό πλαίσιο και δημοκρατία μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αναμόρφωση των αρχών λειτουργίας με στόχο το βάθεμα της δημοκρατίας.

 

Τέλος το ΠΣΟ εξουσιοδοτεί την ΚΣΕ να συγκροτήσει ειδική επιτροπή που θα ετοιμάσει εισήγηση προκειμένου το επόμενο ΠΣΟ να αποφασίσει σχετικά με την καλύτερη συλλογική δημοκρατική συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την ρύθμιση των οργανωτικών ζητημάτων που είχαν τεθεί στην προηγούμενη συνδιάσκεψη και ιδίως την απόφαση για την ιδιότητα του μέλους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την αναλογική και δημοκρατική εκλογή των οργάνων, τον τρόπο λήψης αποφάσεων κ.ο.κ. με κατεύθυνση μια δημοκρατική λειτουργία βασισμένη στην δύναμη της απόφασης των συνελεύσεων των τοπικών και κλαδικών επιτροπών της.

 

28.     Με βάση τα παραπάνω για το αμέσως επόμενο διάστημα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, επιδιώκοντας να συμβάλλουν στην προώθησή τους κι άλλες δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής και αντιΕΕ αριστεράς, παλεύει για:

Α) Στο επίπεδο του μαζικού κινήματος και των αγώνων

1.       Στηρίζουμε όλες τις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της περιόδου (καθαρίστριες, διαθέσιμοι, δημόσιο κ.λπ.). Δίνουμε μάχη για κάθε αντιλαϊκό κυβερνητικό μέτρο. Παρεμβαίνουμε με στόχο το ανέβασμα της αυτοπεποίθησης, του πολιτικού περιεχομένου, των διεκδικήσεων και των μορφών πάλης. Παίρνουμε πρωτοβουλίες για νέες μορφές οργάνωσης του κινήματος ώστε να μπορούμε να απευθυνθούμε στους ανέργους, στον κόσμο του ιδιωτικού τομέα κ.λπ. Είναι ανάγκη να προχωρήσουμε με τόλμη την ανάγκη συγκρότησης των αγώνων από τα κάτω σε ρήξη με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.

2.       Επιδιώκουμε και συμβάλλουμε στον ευρύτερο δυνατό συντονισμό πρωτοβάθμιων σωματείων και συνδικαλιστών Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα με στόχο να καθορίζονται οι αγώνες του εργατικού κινήματος από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Στο ίδιο πνεύμα στηρίζουμε τους κλαδικούς συντονισμούς (συντονισμός νοσοκομείων, ενάντια στα κλεισίματα, διαθεσίμων κλπ). Οι εξελίξεις και με τον τελευταίο αγώνα της ΔΕΗ καθιστούν αναγκαία την προώθηση αυτής της λογικής.

Αξιοποιούμε τις μεγαλύτερες δυνατότητες παρέμβασης, με περισσότερους εκλεγμένους συνδικαλιστές, με υπαρκτά δίκτυα αγωνιστών σε μια σειρά χώρους. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να βρεθεί στη πρώτη γραμμή των αγώνων, να στηρίξει πολιτικά και οργανωτικά κάθε προσπάθεια κλιμάκωσης και οργάνωσης από τα κάτω , να συμβάλλει στο δυνάμωμα του αριστερού μαχητικού κομματιού σε κάθε χώρο που είναι κρίσιμο στο ξεδίπλωμα της εργατικής αντίστασης. 

3.       Αναβαθμίζουμε στην δράση μας το ζήτημα της αντιμετώπισης του τρομακτικού προβλήματος της ανεργίας, αλλά και της ελαστικής εργασίας και χωρίς δικαιώματα εργασίας. Για μέτρα πλήρους προστασίας των  ανέργων. Για αγώνα για δουλειές με άμεσα αιτήματα όπως προσλήψεις στο δημόσιο-ειδικά σε κοινωνικές υπηρεσίες, για να εθνικοποιηθούν και να ξανανοίξουν τα κλειστά εργοστάσια, για μείωση των ωρών δουλειάς και των χρόνων συνταξιοδότησης κλπ). Η εργατική επιτροπή και η ΚΣΕ πρέπει να επεξεργαστούν ένα αντίστοιχο σχέδιο δράσης.

 

4.       Δουλεύουμε στην κατεύθυνση να βγει μπροστά το νεολαΐστικο κίνημα με αιχμή όλες τις νέες μορφές ταξικής επιλογής και απόρριψης στην εργασία και στη μόρφωση. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει μια συστηματική δουλειά και στους μαθητές και στη νεολαία γενικότερα, ιδιαίτερα στο κομμάτι των μαθητών στα ΕΠΑΛ και την τεχνική εκπαίδευση. Αξιοποιούμε τις εμπειρίες από την παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στο φοιτητικό κίνημα στο συνολικό μας σχέδιο. Εντείνουμε την παρέμβασή μας στο φ.κ. με στόχο το ξέσπασμα αγώνων με τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά πάνω στα καυτά προβλήματα της παιδείας.  Συνολικά γύρω από την επίθεση στο δημόσιο σχολείο παίρνουμε πρωτοβουλία συνάντησης όλων των κομματιών που εμπλέκονται. Με ειδικό τρόπο οργανώνουμε την παρέμβαση μας στην  εργατική νεολαία και ειδικά στα κομμάτια της επισφαλούς - ελαστικής εργασίας (πεντάμηνα, τρίμηνα, ωφελούμενοι, voucher).  

 

5.       Στηρίζουμε τα κινήματα ενάντια στα ξεπουλήματα των αιγιαλών και της δημόσιας γης, συμβάλλουμε πρωτοβουλίες συντονισμού και κοινής δράσης και κεντρικά και τοπικά. Συγκροτούμε μορφές οργάνωσης του αγωνιζόμενου λαού, με λαϊκές συνελεύσεις  και επιτροπές αγώνα στις γειτονιές, αλλά και γύρω από κρίσιμα ζητήματα που προκύπτουν.

6.       Παλεύουμε για την  ενοποίηση των αγώνων κατά των ιδιωτικοποιήσεων και για την κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ από τις δημόσιες υπηρεσίες μέχρι τις ακτές και τα δάση. Αντίστοιχη επεξεργασία πρέπει να έρθει από την  επιτροπή για την ΤΑ, με άμεσες πρωτοβουλίες.

7.       Παίρνουμε πρωτοβουλίες για το ζήτημα των δημοκρατικών και λαϊκών ελευθεριών. Στηρίζουμε τους αγώνες ενάντια στο βάρβαρο νόμο για τις φυλακές τύπου Γ΄. Για το θέμα της έντασης του κρατικού αυταρχισμού αλλά και της εργοδοτικής δεσποτείας και της κατάργησης κάθε έννοιας δικαιώματος στους χώρους δουλειάς. Ορθώνουμε μέτωπο στον κυβερνητικό αυταρχισμό που σε αγαστή συνεργασία  με την δικαστική εξουσία βγάζουν παράνομο κάθε εργατικό αγώνα, που προωθούν νόμο για την κατάργηση ακόμα και του δικαιώματος στην απεργία και στο συνδικαλισμό.

8.       Οξύνουμε την αντιφασιστική και αντιτρατσιστική πάλη, σε αντιπαράθεση με τη λογική του «κρατικού αντιφασισμού», με την ανάπτυξη μαχητικών ενωτικών αγώνων ντόπιων και ξένων εργατών, με την ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση με τους φασίστες. Στηρίζουμε τις κινητοποιήσεις που οργανώνονται από την  ΚΕΕΡΦΑ και άλλους αντιφασιστικούς συντονισμούς για να τιμωρηθούν οι μπράβοι της Μανωλάδας, για μαζικές διαδηλώσεις στην επέτειο της δολοφονίας Φύσσα, για την τιμωρία των υπόδικων Χρυσαυγιτών.

 

Β! Πολιτικές πρωτοβουλίες

 

9.       Προχωράμε  σε κύκλο εκδηλώσεων και θεματικών συζητήσεων για όλα τα ανοιχτά ζητήματα του εργατικού κινήματος, της αριστεράς και της αντικαπιταλιστικής – επαναστατικής προοπτικής.

 

10.      Θα πάρουμε πρωτοβουλία για το άνοιγμα της συζήτησης και κοινής πολιτικής παρέμβασης για ζήτημα του χρέους, που το φθινόπωρο με αφορμή την επαναδιαπράγματευση του θα βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης.

 

11       Θα ανοίξουμε το θέμα του ρόλου της ΕΕ ως μοχλού προώθησης της συνολικής αντιδραστικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού και θα επιδιώξει κοινές πρωτοβουλίες πάνω στο ζήτημα αυτό.

Tags: 

Related Posts